Τετάρτη 13 Μαΐου 2020

Τὸ πλοῖο τῶν ἠλιθίων

τοῦ Ted Kaczynski (Unabomber)




«Τρέμω ἀπὸ τὸ κρῦο», εἶπε ἕνας ῥωμαλέος ναυτικός. «Αὐτὸ εἶναι τὸ χειρότερο ταξίδι ποὺ ἔχω βρεθεῖ. Τὸ κατάστρωμα εἶναι γλιστερὸ ἀπὸ τὸν πάγο. Ὅταν εἶμαι στὸ παρατηρητήριο ὁ ἀέρας περνᾶ τὸ πανωφόρι μου σὰν μαχαῖρι. Κάθε φορὰ ποὺ δένω τὸ πανὶ τῆς πλώρης τὰ δάχτυλά μου πάνε νὰ παγώσουν. Καὶ γιὰ ὅλα αὐτὰ παίρνω μόνο πέντε πενιχρὰ σελίνια τὸ μήνα».

«Νομίζεις ὅτι ἐσύ μόνον τήν ἔχεις ἄσχημα;», εἶπε μιὰ γυναῖκα ἐπιβάτης. «Ἐγὼ δὲν μπορῶ νὰ κοιμηθῶ τὸ βράδυ ἀπὸ τὸ κρῦο. Οἱ κυρίες σὲ αὐτὸ τὸ πλοῖο δὲν παίρνουν ὅσες κουβέρτες παίρνουν οἱ ἄντρες. Αὐτὸ δὲν εἶναι δίκαιο».

Ἕνας μεξικανὸς ναύτης παρεμβαίνει στὴν συζήτηση. «Ἐγὼ παίρνω μόνο τὸν μιςὸ μισθὸ ἀπὸ ὅτι παίρνουν οἱ ἄγγλοι ναῦτες. Χρειαζόμαστε ἀρκετὴ ποσότητα φαγητοῦ γιὰ νὰ εἴμαστε ζεστοὶ σὲ αὐτὸ τὸ κλίμα καὶ δὲν παίρνω τὸ μερίδιό μου. Οἱ Ἄγγλοι παίρνουν περισσότερο. Καὶ τὸ χειρότερο ἀπὸ ὅλα εἶναι ὅτι οἱ ἀξιωματικοὶ μοῦ δίνουν διαταγὲς στὰ ἀγγλικὰ ἀντὶ στὰ ἱσπανικά».

«Ἐγὼ ἔχω περισσότερους λόγους νὰ διαμαρτύρομαι ἀπὸ ὁποιονδήποτε ἄλλο», εἶπε ἕνας Ἰνδιάνος ναύτης. «Ἂν τὰ χλωμὰ πρόσωπα δὲν μοῦ εἶχαν κλέψει τὴν προγονική μου γῆ, δὲ θὰ ἦμουν κἄν σὲ αὐτὸ τὸ πλοῖο μέσα στὰ παγόβουνα καὶ τοὺς ἀρκτικοὺς ἀνέμους. Θὰ ἦμουν σὲ ἕνα κανὸ καὶ θὰ κωπηλατούσα σὲ μιὰ ὡραία γαλήνια λίμνη. Μοῦ ἀξίζει ἀποζημίωση. Τουλάχιστον ὁ καπετάνιος πρέπει νὰ μὲ ἀφήσει νὰ παίζω ζάρια γιὰ νὰ βγάζω μερικὰ λεφτά».

Ὁ λοστρόμος τότε φώναξε: «Χτὲς ὁ πρῶτος ἀξιωματικὸς μὲ ἀποκάλεσε «πούστη» μόνο καὶ μόνο ἐπειδὴ παίρνω πίπες. Ἔχω τὸ δικαίωμα νὰ παίρνω πίπες χωρὶς νὰ μοῦ ἀποδίδουν τέτοιους χαρακτηρισμούς».

«Δὲν εἶναι μόνο οἱ ἄνθρωποι ποὺ ἔχουν κακὴ μεταχείριση σ’ αὐτὸ τὸ πλοῖο…», παρενέβη μιὰ φιλόζωη ἀπὸ τοὺς ἐπιβάτες, μὲ φωνὴ τρεμάμενη ἀπὸ ἀγανάκτηση, «…γιατὶ τὴν τελευταία ἐβδομάδα εἶδα τὸν δεύτερο ἀξιωματικὰ νὰ κλοτσᾶ τὸν σκῦλο τοῦ πλοίου δύο φορές».

Ἕνας ἀπὸ τοὺς ἐπιβάτες ἦταν καθηγητὴς κολεγίου. Σηκώνει τὰ χέρια καὶ κραυγάζει: «Ῥατσισμός, σεξισμός, εἰδισμός, ὀμοφοβία καὶ ἐκμετάλλευση τῆς ἐργατικῆς τάξης! Εἶναι διακρίσεις! Πρέπει νὰ ἔχουμε κοινωνικὴ δικαιοσύνη: ἴσους μισθοὺς γιὰ τοὺς μεξικανοὺς ναῦτες, ὑψηλότερους μισθοὺς γιὰ ὅλους τοὺς ναῦτες, ἀποζημίωση γιὰ τὸν Ἰνδιάνο, ἴσο ἀριθμὸ κουβερτῶν γιὰ τὶς κυρίες, ἐγγυημένο δικαίωμα τὸ νὰ παίρνει πίπες κανεῖς καὶ ὄχι ἄλλες κλωτσιὲς στὸν σκῦλο».

«ΝΑΙ-ΝΑΙ», φωνάζουν οἱ ἐπιβάτες. «ΝΑΙ-ΝΑΙ», φωνάζει καὶ τὸ πλήρωμα. «Εἶναι διακρίσεις πρέπει νὰ ἀπαιτήσουμε τὰ δικαιώματά μας».

Ὁ μικρὸς καμαρότος καθάρισε τὸ λαιμό του :

«Χμ. Χμ. Ὅλοι ἔχετε καλοὺς λόγους γιὰ νὰ παραπονιέστε. Ἀλλὰ ἐμένα μοῦ φαίνεται ὅτι αὐτὸ ποὺ πρέπει πραγματικὰ νὰ κάνουμε εἶναι νὰ γυρίσουμε αὐτὸ τὸ πλοῖο πρὸς τὰ πίσω καὶ νὰ πάμε νότια. Γιατὶ ἄν συνεχίσουμε νὰ πηγαίνουμε βόρεια σίγουρα θὰ ναυαγήσουμε ἀργὰ ἢ γρήγορα καὶ τότε οἱ μισθοί σας, οἱ κουβέρτες σας καὶ τὸ δικαίωμα νὰ παίρνετε πίπες δὲ θὰ προσφέρουν τίποτα γιατὶ θὰ ἔχουμε πνιγεῖ ὅλοι».

Ἀλλὰ κανεῖς δὲν τοῦ ἔδωσε σημασία γιατὶ ἦταν ἕνας μικρὸς καμαρότος.

Ὁ καπετάνιος καὶ οἱ ἀξιωματικοὶ ἀπὸ τὴν βάση τους στὸ πρυμναῖο κατάστρωμα, ἔβλεπαν καὶ ἄκουγαν. Τώρα αὐτοὶ χαμογελοῦν καὶ κλείνουν τὸ μάτι ὁ ἕνας στὸν ἄλλο. Μὲ ἕνα νεύμα τοῦ καπετάνιου ὁ τρίτος ἀξιωματικὸς κατέβηκε ἀπὸ τὸ πρυμναῖο κατάστρωμα, σουλατσάρισε μέχρι ἐκεῖ ποὺ εἶχαν συγκεντρωθεῖ οἱ ἐπιβάτες καὶ τὸ πλήρωμα καὶ σπρώχνοντας μὲ τὸν ὦμο του μπῆκε ἀνάμεσά τους. Πῆρε μιὰ πολὺ σοβαρὴ ἔκφραση στὸ πρόσωπό του καὶ μίλησε ἔτσι: «Ἐμεῖς οἱ ἀξιωματικοὶ πρέπει νὰ παραδεχτοῦμε ὅτι κάποια πραγματικὰ ἀσυγχώρητα πράγματα συμβαίνουν σὲ αὐτὸ τὸ πλοῖο. Δὲν εἴχαμε συνειδητοποιήσει πόσο ἄσχημα ἦταν τὰ πράγματα μέχρι ποὺ ἀκούσαμε τὰ παράπονά σας. Ἐμεῖς εἴμαστε ἄντρες μὲ καλὴ θέληση καὶ θέλουμε νὰ εἴμαστε σωστοὶ μαζί σας. Ἀλλὰ ὅμως ὁ καπετάνιος εἶναι σχετικὰ συντηρητικὸς καὶ ἐπιβάλει τὶς δικές του θέσεις, Μάλλον χρειάζεται ἕνα μικρὸ σκούντημα πρὶν κάνει ὁποιαδήποτε ἀπτὴ ἀλλαγή. Ἡ προσωπική μου γνώμη εἶναι ὅτι ἂν διαμαρτύρεστε ἔντονα – ἀλλὰ πάντα εἰρηνικὰ καὶ χωρὶς νὰ παραβιάζετε τοὺς κανόνες τοῦ πλοίου – θὰ ταρακουνήσετε τὸν καπετάνιο ποὺ ἀδρανεῖ καὶ θὰ τὸν ἀναγκάσετε νὰ καταπιαστεῖ μὲ τὰ προβλήματα γιὰ τὰ ὁποία τόσο δίκαια διαμαρτύρεστε».

Ἀφοῦ εἶπε αὐτὰ ὁ τρίτος ἀξιωματικὸς γύρισε πίσω στὸ πρυμναῖο κατάστρωμα. Καθῶς πήγαινε, τὸ πλήρωμα καὶ οἱ ἐπιβάτες τοῦ φώναζαν: «Μετριοπαθή! Ρεφορμιστή! Ψευτοπροοδευτικέ! Τσιράκι τοῦ καπετάνιου!»

Ὅμως, παρ’ ὅλα αὐτά, ἔκαναν ὅπως αὐτὸς τοὺς εἶπε. Μαζεύτηκαν μπροστὰ ἀπὸ το πρυμναῖο κατάστρωμα φωνάζοντας βρισιὲς πρὸς τοὺς ἀξιωματικοὺς καὶ ζητώντας τὰ δικαιώματά τους. «Θέλω ὑψηλότερο μισθὸ καὶ καλύτερες συνθήκες ἐργασίας», φώναξε ὁ ῥωμαλέος θαλασσοπόρος. «Ἴσες κουβέρτες γιὰ τὶς γυναῖκες», φώναξε ἡ γυναίκα ἐπιβάτης. «Θέλω νὰ λαμβάνω τὶς διαταγές μου στὰ ἱσπανικά», κραύγασε ὁ μεξικάνος ναύτης. «Θέλω τὸ δικαίωμα νὰ παίζω ζάρια», φώναξε ὁ ἰνδιάνος ναύτης. «Δὲν θέλω νὰ μὲ λένε πούστη», φώναξε ὁ λοστρόμος. «Ὄχι ἄλλες κλοτσιὲς στὸν σκῦλο», φώναξε ἡ φιλόζωη. «Ἐπανάσταση τώρα», φώναξε ὁ καθηγητής.

Ὁ καπετάνιος καὶ οἱ ἀξιωματικοὶ μαζεύονται καὶ συσκέπτονται γιὰ μερικὰ λεπτά, κλείνοντας τὸ μάτι ὁ ἕνας στὸν ἄλλο, γνέφοντας καταφατικὰ καὶ γελώντας. Τότε ὁ καπετάνιος στάθηκε μπροστὰ στὸ πρυμναῖο κατάστρωμα καὶ μὲ μιὰ σπουδαία προσποίηση καλοσύνης, ἀνακοίνωσε ὅτι:

– Ὁ μισθὸς τοῦ ῥωμαλέου ναυτικοῦ θὰ ἀνέβει στὰ ἔξι σελίνια τὸ μήνα.

– Ὁ μισθὸς τοῦ μεξικανοῦ ναυτικοῦ θὰ ἀνέλθει στὰ δύο τρίτα τοῦ μισθοῦ τῶν ἄγγλων.

– Ἡ διαταγὴ γιὰ δέσιμο τοῦ πανιοῦ τῆς πλώρης θὰ δίνεται στὰ ἱσπανικά.

– Οἱ γυναῖκες ἐπιβάτες θὰ πάρουν ἄλλη μιὰ κουβέρτα.

– Ὁ ἰνδιάνος ναύτης θὰ ἔχει τὸ δικαίωμα νὰ στήνει ἕνα παιχνίδι ζάρια τὰ σαββατόβραδα.

– Ὁ λοστρόμος δὲν θὰ ἀποκαλείται πούστης ὅσο κρατᾶ τὴν πεολειχία αὐστηρὰ ἰδιωτική.

– Καὶ τὸ σκυλὶ δὲν θὰ τρώει κλωτσιὲς ἐκτὸς ἄν κάνει κάποια ἀταξία, ὅπως τὸ νὰ κλέψει φαγητὸ ἀπὸ τὸ μαγειρεῖο.

Οἱ ἐπιβάτες καὶ τὸ πλήρωμα γιόρτασαν αὐτὲς τὶς παραχωρήσεις σὰν μεγάλη νίκη, ἀλλὰ τὸ ἐπόμενο πρωὶ αἰσθάνονταν πάλι δυσαρεστημένοι.

«Ἔξι σελίνια τὸ μήνα εἶναι πενταροδεκάρες καὶ ἀκόμα παγώνουν τὰ δάκτυλά μου ὅταν δένω τὸ πανὶ τῆς πλώρης», γκρίνιαξε ὁ ῥωμαλέος ναυτικός.

«Ἀκόμα δὲν παίρνω τὸν ἴδιο μισθὸ μὲ τοὺς ἄγγλους ὴ ἀρκετὰ τρόφιμα γι’ αὐτὸ τὸ κλίμα», εἶπε ὁ μεξικανὸς ναύτης.

«Ἐμεῖς οἱ γυναῖκες δὲν ἔχουμε ἀκόμα ἀρκετὲς κουβέρτες, ποὺ νὰ μᾶς κρατᾶν ζεστές», εἶπε ἡ γυναίκα ἐπιβάτης. Οἱ ὑπόλοιποι ἐξέφρασαν παρόμοια παράπονα καὶ ὁ καθηγητὴς τοὺς παρότρυνε.

Ὅταν τελείωσαν, ὁ μικρὸς καμαρότος μίλησε αὐτὴ τὴ φορὰ ἀρκετὰ δυνατὰ ὥστε οἱ ὑπόλοιποι νὰ μὴν μποροῦν εὔκολα νὰ τὸν ἀγνοήσουν: «Εἶναι πραγματικὰ τρομερὸ ποὺ τὸ σκυλὶ τρώει κλωτσιὲς ἐπειδὴ κλέβει ἕνα κομμάτι ψωμὶ ἀπὸ τὸ μαγειρεῖο, καὶ ὅτι οἱ γυναῖκες δὲν ἔχουν ἴσο ἀριθμὸ κουβερτῶν καὶ ὅτι παγώνουν τὰ δάχτυλα τοῦ ναύτη καὶ δὲν βλέπω τὸν λόγο ὁ λοστρόμος νὰ μὴ παίρνει πίπες ἂν τὸ θέλει. Ἀλλὰ κοιτάτε πόσο χοντρὰ ἔχουν γίνει τὰ παγόβουνα καὶ πόσο ὁ ἄνεμος φυσάει ὅλο καὶ πιὸ ἄγρια. Πρέπει νὰ γυρίσουμε τὸ πλοῖο πρὸς τὸν νότο γιατὶ ἄν συνεχίσουμε νὰ πηγαίνουμε βόρεια θὰ ναυαγήσουμε καὶ θὰ πνιγοῦμε».

«Ὠ!, ναί», εἶπε ὁ λοστρόμος. «Εἶναι τόσο ἀπαίσιο νὰ συνεχίζουμε νὰ πηγαίνουμε βόρεια, ἀλλά γιατί πρέπει ἐγώ νά παίρνω πίπες κρυφά; Γιατί πρέπει νά ἀποκαλούμαι πούστης; Δάν εἶμαι ἐγώ καλός ὅπως οἱ ἄλλοι;»

«Τὸ νὰ πλέουμε βόρεια εἶναι τρομερό», εἶπε ἡ γυναίκα ἐπιβάτης. «Ἀλλά δέν βλέπεις; Γι’ αὐτὸ ἀκριβῶς οἱ γυναῖκες χρειάζονται περισσότερες κουβέρτες γιὰ νὰ μένουν ζεστές. Ἀπαιτῶ ἴσες κουβέρτες γιὰ τὶς γυναῖκες τώρα».

«Εἶναι ἀλήθεια», εἶπε ὁ καθηγητής, «τὸ ὅτι πλέουμε πρὸς τὰ βόρεια ἐπιφέρει μεγάλες κακουχίες σὲ ὅλους μας. Ἀλλὰ τὸ νὰ ἀλλάξουμε πορεία πρὸς τὸ νότο εἶναι οὐτοπικό. Δὲν μπορεῖς νὰ γυρίσεις πίσω τὸ ῥολόι. Πρέπει νὰ βροῦμε ἕναν ὥριμο τρόπο γιὰ νὰ ἀντιμετωπίσουμε τὴν κατάσταση».

«Κοιτάτε» εἶπε ὁ μικρὸς καμαρότος. «Ἂν ἀφήσουμε αὐτοὺς τοὺς τέσσερις παράφρονες στὸ κατάστρωμα τῆς πρύμνης νὰ ἔχουν τὴ δική τους πορεία θὰ πνιγοῦμε ὅλοι. Ἂν καταφέρουμε κάποια στιγμὴ νὰ ἀπομακρύνουμε τὸ πλοῖο ἀπὸ τὸν κίνδυνο, τότε μποροῦμε νὰ ἀνησυχοῦμε γιὰ τὶς ἐργατικὲς συνθῆκες, τὶς κουβέρτες γιὰ τὶς γυναῖκες, καὶ τὸ δικαίωμα στὴν πεολειξία. Ἀλλὰ πρῶτα πρέπει νὰ στρίψουμε πρὸς τὰ πίσω τὸ σκάφος. Ἂν κάποιοι ἀπὸ ἐμᾶς μαζευτοῦν, φτιάξουν ἕνα σχέδιο καὶ δείξουν λίγο θάρρος, μποροῦμε νὰ σώσουμε τοὺς ἐαυτούς μας. Δὲν χρειάζονται πολλοὶ ἀπὸ ἐμᾶς, ἔξι μὲ ὀχτῶ φτάνουν. Μποροῦμε νὰ καταλάβουμε τὴν πρύμνη, νὰ πετάξουμε αὐτοὺς τοὺς τρελοὺς ἔξω ἀπὸ τὸ πλοῖο, καὶ νὰ πάμε πρὸς τὸ νότο».

Ὁ καθηγητὴς σήκωσε τὴ μύτη του καὶ εἶπε αὐστηρὰ: «Δὲν πιστεύω στὴν βία. Εἶναι ἀνήθικο».

«Εἶναι ἀήθης ἡ χρήση βίας πάντα», εἶπε ὁ λοστρόμος.

«Μὲ τρομάζει ἡ βία», εἶπε ἡ γυναίκα ἐπιβάτης.

Ὁ καπετάνιος καὶ οἱ ἀξιωματικοὶ ἔβλεπαν καὶ ἄκουγαν ὅλη αὐτὴ τὴν ὥρα. Μὲ ἕνα σήμα ἀπὸ τὸν καπετάνιο ὁ τρίτος ἀξιωματικὸς κατέβηκε κάτω στὸ κυρίως κατάστρωμα. Μπῆκε ἀνάμεσα στοὺς ἐπιβάτες καὶ στὸ πλήρωμα, λέγοντάς τους ὅτι ἀκόμα ὑπάρχουν πολλὰ προβλήματα στὸ πλοῖο.

«Ἔχουμε κάνει μεγάλη πρόοδο», εἶπε. «Ἀλλά, ἀπομένουν ἀκόμα πολλὰ γιὰ νὰ γίνουν. Οἱ συνθῆκες ἐργασίας γιὰ τὸν ναύτη εἶναι ἀκόμα σκληρές, ὁ μεξικάνος δὲν παίρνει ἀκόμα τὰ ἴδια λεφτὰ μὲ τὸν ἄγγλο, οἱ γυναῖκες δὲν ἔχουν ἀκόμα τὶς ἴδιες κουβέρτες μὲ τοὺς ἄντρες, τὸ παιχνίδι μὲ ζάρια τοῦ ἰνδιάνου τὰ σαββατόβραδα εἶναι πενιχρὴ ἀποζημίωση γιὰ τὴν χαμένη γῆ του, εἶναι ἄδικο γιὰ τὸν λοστρόμο νὰ παίρνει πίπες στὰ κρυφᾶ καὶ ὁ σκῦλος ἀκόμα νὰ τρώει κλωτσιὲς πότε -πότε. Νομίζω ὅτι ὁ καπετάνιος χρειάζεται ἀκόμα ἕνα σκούντημα. Θὰ βοηθοῦσε ἂν ὅλοι ἐσεῖς πραγματοποιούσατε ἀκόμα μιὰ διαμαρτυρία ἐφ’ ὅσον αὐτὴ παραμένει μὴ βίαιη».

Καθῶς ὁ τρίτος ἀξιωματικὸς πήγαινε πίσω στὴν πρύμνη, οἱ ἐπιβάτες καὶ τὸ πλήρωμα τοῦ πλοίου τὸν ἔβριζαν ἀλλὰ μολαταύτα ἔκαναν αὐτὸ ποὺ τοὺς εἶπε καὶ μαζεύτηκαν μπροστὰ στὸ πρυμναῖο κατάστρωμα γιὰ ἀκόμα μιὰ διαμαρτυρία. Φώναζαν μὲ στόμφο καὶ ἐνθουσιασμὸ κραδαίνοντας τὴ γροθιά τους καὶ ἀκόμα πέταξαν ἕνα κλούβιο αὐγὸ στὸν καπετάνιο (ὁ ὁποῖος τὸ ἀπέφυγε μὲ ἕναν ἐπιδέξιο ἐλιγμό).

Ἀφοῦ ἄκουσαν τὰ παράπονά τους, ὁ καπετάνιος καὶ οἱ ἀξιωματικοὶ μαζεύτηκαν γιὰ μιὰ κουβέντα κατὰ τὴν ὁποία ἔκλειναν τὸ μάτι ὁ ἕνας στὸν ἄλλο καὶ γελούσαν πονηρά. Μετὰ ὁ καπετάνιος στάθηκε μπροστὰ στὸ πρυμναῖο κατάστρωμα καὶ ἀνακοίνωσε ὅτι:

– Ὁ ῥωμαλέος ναύτης θὰ πάρει γάντια γιὰ νὰ κρατᾶ τὰ δάκτυλά του ζεστά.

– Ὁ μεξικανὸς ναύτης θὰ παίρνει μισθὸ ἴσο μὲ τὰ τρία τέταρτα τοῦ ἄγγλου ναυτικοῦ.

– Οἱ γυναῖκες θὰ πάρουν μιὰ ἀκόμα κουβέρτα.

– Ὁ ἰνδιάνος ναύτης θὰ μπορεῖ νὰ στήνει τὸ παιχνίδι του καὶ τὸ Σάββατο καὶ τὴν Κυριακὴ τὸ βράδυ.

– Ὁ λοστρόμος θὰ μπορεῖ νὰ παίρνει πίπες δημοσίως ἀφοῦ νυχτώσει

– Καὶ κανεῖς δὲν θὰ κλωτςᾶ τὸν σκῦλο χωρὶς εἰδικὴ ἐντολὴ ἀπὸ τὸν καπετάνιο.

Οἱ ἐπιβάτες καὶ τὸ πλήρωμα ἔμειναν ἐκστασιασμένοι ἀπὸ αὐτὴ τὴ μεγάλη ἐπαναστατική νίκη, ἀλλὰ τὸ ἐπόμενο πρωὶ πάλι αἰσθάνονταν δυσαρεστημένοι καὶ ἄρχισαν νὰ γκρινιάζουν γιὰ τὶς ἴδιες παλιές κακουχίες.

Ὁ μικρὸς καμαρότος αὐτὴ τὴ φορὰ ἄρχισε νὰ ὀργίζεται:

«Βρὲ ἠλίθιοι», φώναξε, «δέν βλέπετε τί κάνουν ὁ καπετάνιος καί οἱ ἀξιωματικοί; Σᾶς κρατοῦν ἀπασχολημένους μὲ τὰ ἀσήμαντα παράπονά σας γιὰ κουβέρτες, μισθούς, καὶ κλωτσιὲς στὸ σκῦλο ὥστε νὰ μὴ σκέφτεστε τὶ πραγματικὰ πάει στραβὰ σὲ αὐτὸ τὸ πλοῖο, τὸ ὅτι δηλαδὴ πάει ὅλο καὶ περισσότερο πρὸς τὰ βόρεια καὶ ὅλοι θὰ πνιγοῦμε. Ἂν κάποιοι ἀπὸ ἐσᾶς ἔρθετε στὰ συγκαλά σας, μαζευτοῦμε καὶ καταλάβουμε τὸ πρυμναῖο κατάστρωμα, θὰ μπορούσαμε νὰ στρέψουμε αὐτὸ τὸ πλοῖο καὶ νὰ σώσουμε τὶς ζωές μας. Ἀλλὰ τὸ μόνο ποὺ κάνετε εἶναι νὰ κλαψουρίζετε γιὰ τόσο μικρὰ θέματα ὅπως οἱ συνθῆκες ἐργασίας, παιχνίδια μὲ ζάρια καὶ τὸ δικαίωμα νὰ παίρνει κανεῖς πίπες».

Οἱ ἐπιβάτες καὶ τὸ πλήρωμα ἐξαγριώθηκαν.

«Μικρό!!» φώναξε ὁ Μεξικανός. «Θεωρεῖς λογικό τό νά παίρνω μόνο τά τρία τέταρτα τοῦ μισθοῦ τοῦ Ἄγγλου; Εἶναι αὐτό μικρό πράγμα;»

«Πῶς μπορεῖς νά λές τό παράπονό μου ἀσήμαντο!!» φώναξε ὁ λοστρόμος. «Δέν ξέρεις πόσο ὑποτιμητικό εἶναι νά σέ φωνάζουν πούστη;»

«Τὸ νὰ κλωτσᾶς ἕνα σκῦλο δὲν εἶναι μικρὸ θέμα», φώναξε ἡ φιλόζωη. «Εἶναι ἄκαρδο, αἰσχρὸ καὶ κτηνῶδες».

«Ἐντάξει τότε», ἀπάντησε ὁ μικρός καμαρότος, «τὰ θέματα αὐτὰ δὲν εἶναι μικρὰ καὶ ἀσήμαντα. Τὸ νὰ κλωτσᾶς εἶναι αἰσχρὸ καὶ κτηνῶδες καὶ ὑποτιμητικὸ νὰ σὲ ἀποκαλοῦν πούστη. Ἀλλὰ σὲ σχέση μὲ τὸ πραγματικὸ μας πρόβλημα, σὲ σχέση μὲ τὸ ὅτι τὸ πλοῖο πηγαίνει ἀκόμα βόρεια, τὰ παράπονά σας εἶναι μικρὰ καὶ ἀνούσια. Ἐπειδή, ἂν δὲν γυρίσουμε αὐτὸ τὸ πλοῖο σύντομα, θὰ πνιγοῦμε ὅλοι».

«Φασίστα», εἶπε ὁ καθηγητής.

«Ἀντεπαναστάτη», εἶπε ἡ γυναίκα ἐπιβάτης.

Κι ὅλοι οἱ ἐπιβάτες καὶ τὸ πλήρωμα μπαίνουν στὴν κουβέντα ὁ ἕνας μετὰ τὸν ἄλλο αποκαλώντας τὸν μικρὸ καμαρότο φασίστα καὶ ἀντεπαναστάτη. Τὸν ἔσπρωξαν μακριὰ καὶ συνέχισαν νὰ γκρινιάζουν γιὰ μισθούς, κουβέρτες γιὰ τὶς γυναῖκες, γιὰ τὸ δικαίωμα στὴν πεολειχία καὶ γιὰ τὴ συμπεριφορὰ στὸ σκῦλο.


Τὸ πλοῖο συνέχισε νὰ πλέει βόρεια καὶ μετὰ ἀπὸ λίγο συνετρίβη ἀνάμεσα σὲ δύο παγόβουνα καὶ πνίγηκαν ὅλοι.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου