Παρασκευή 18 Αυγούστου 2017

Περιβαλλοντικός Ακτιβισμός: Ακτιβισμός κατά της ανθρωπότητας

Η προστασία του περιβάλλοντος είναι ένας σημαντικός προβληματισμός που απασχολεί αρκετούς ανθρώπους, η πλειονότητα των οποίων ανήκουν στη μεσαία εισοδηματική τάξη, διαθέτουν τυπικά προσόντα άνω του μέσου όρου και ζουν γενικά υπό ασφαλείς συνθήκες διαβίωσης, ακόμα και αν η ζωή τους έχει άγχη.

Για να αντιληφθούμε τη βαρύτητα του περιβαλλοντικού/οικολογικού ακτιβισμού, θα πρέπει πρωτίστως να αντιληφθούμε τις ιδεολογικές καταβολές του. Αυτές βρίσκονται στην εποχή του Διαφωτισμού, όταν οικοδομήθηκε μια ρομαντική εικόνα για το πρωτόγονο παρελθόν της ανθρωπότητας. Το κίνημα του «αναρχο»-πρωτογονισμού είχε τις ίδιες ρίζες. Ο μεταφυσικός πατέρας του οικολογικού ακτιβισμού είναι σίγουρα ο Ιωάννης-Ισαάκ Ρουσσώ (Jean-Jaques Rousseau), προς τον οποίο η πρωτόγονη ζωή άσκησε γοητεία. Γι’ αυτόν, η πρωτόγονη ζωή ήταν ένας επίγειος παράδεισος στον οποίο ο άνθρωπος ζούσε ευτυχισμένος και σε αρμονία με τη φύση, ενώ κατέληξε στο συμπέρασμα ότι το «προπατορικό αμάρτημα» της ανθρωπότητας ήταν η στιγμή που ο πρώτος άνθρωπος χαρακτήρισε ένα αντικείμενο «δικό του». Δεν είναι περίεργη, δηλαδή, η σύγκλισις τόσο του Ρουσσώ όσο και των περιβαλλοντικών ακτιβιστών σε ένα κοινό σταθερό σημείο, την αντίθεση (αν όχι έχθρα) προς την ατομική ιδιοκτησία.


Για τους οικολόγους ακτιβιστές η ιδιοκτησία θεωρείται μητέρα όλων των -υποτιθέμενων και μη- δεινών του πλανήτη, μέσω της καπιταλιστικής ημι-ελεύθερης οικονομίας που συχνά ταυτίζεται και με το δυτικό -δηλαδή αναπτυγμένο- κόσμο. Ποιος ακτιβιστής, άλλωστε, θα αναφερόταν ποτέ στην Κίνα ως παράδειγμα προς αποφυγή, μια χώρα που αποτελεί τη μεγαλύτερη χωματερή παγκοσμίως λόγω του παρεμβατισμού ενός διεφθαρμένου και παρεοκρατικού κινεζικού κράτους, ή ότι οι πολυεθνικές που ψέγουν οι πρώτοι είναι εκείνες που εκμεταλλεύονται το παρεμβατικό κράτος προς όφελός τους και κατά του περιβάλλοντος; Η απάντησις είναι, προφανώς, κανείς, διότι τέτοιες παραδοχές θα μας οδηγούσαν στο σωστό συμπέρασμα, το οποίο είναι ότι για τις φυσικές καταστροφές ευθύνεται ΜΟΝΟ το κράτος και η κρατική παρέμβασις στην οικονομία-κοινωνία.

Ακόμα και υποτιθέμενοι εναλλακτικοί ρήτορες όπως ο Μάρρεϋ Μπούκτσιν, υπέρμαχος του μουτουαλισμού, υποστήριζαν ότι το κεφάλαιο πλιατσικολογεί σε βάρος του πλανήτη, όπως η αγορά σε βάρος του ανθρώπινου πνεύματος, παριστάνοντας τον εκπρόσωπο της γης και του συλλογικού ανθρώπινου πνεύματος. Εδώ βλέπουμε και ομοιότητες με τη ρητορική του Ρουσσώ περί «γενικής βούλησης». Ο τελευταίος, μάλιστα, ζητούσε να απαγορευτούν οι ιδιωτικές συσκευές πλυντηρίων.

Αυτό που δεν έχει γίνει αντιληπτό από όσους έχουν περιβαλλοντικές ανησυχίες, αλλά δεν ανήκουν στα υψηλότερα κλιμάκια του περιβαλλοντικού ακτιβισμού, είναι ότι η προστασία του περιβάλλοντος δε δύναται να υλοποιηθή επιτυχώς άνευ ατομικής ιδιοκτησίας επί του φυσικού περιβάλλοντος. Το κίνημα υπέρ της προστασίας του περιβάλλοντος είναι κορεσμένο από πρώην ή νυν κομμουνιστές ή/και σοσιαλιστές, ενώ οι λύσεις που προτείνονται είναι σχεδόν πάντα ταυτόσημες με τη μεγιστοποίηση της κρατικής ισχύος και αυθαιρεσίας σε βάρος του ιδιωτικού τομέος και της αγοράς. Με αυτές τις δύο παραπάνω παραδοχές μπορούμε να υποθέσουμε ασφαλώς ότι το περιβαλλοντικό κίνημα εξυπηρετεί μια πολιτική και ιδεολογική σκοπιμότητα και ότι οι λύσεις των αυξανόμενων κρατικών παρεμβάσεων είναι λύσεις χωρίς επιστημονική βάσι.

Όταν οι οικολόγοι ακτιβιστές κλαίνε και οδύρονται συχνά για το περιβάλλον, αναφέρονται στο ανθρώπινο είδος σαν να πρόκειται για καρκίνωμα, υπονοώντας ότι μόνο η εξαφάνισή μας θα ικανοποιούσε τα αιτήματα και τους προβληματισμούς τους. Ομιλούν για περιορισμό των αναγκών, του αποτυπώματος άνθρακα και της ίδιας της κατανάλωσης. Στην ουσία θα ήθελαν το θάνατο αρκετών συνανθρώπων τους με αφηρημένο σκοπό τη σωτηρία του περιβάλλοντος, πράγμα τόσο προφανές που πολλάκις αναφέρονται εντός της πρωτογονιστικής τους ρητορικής στο «πρόβλημα» του υπερπληθυσμού, ζητώντας μέχρι και τη στείρωση πληθυσμών, συνεχίζοντας τους μαλθουσιανούς παραλογισμούς διακοσίων ετών που έχουν καταρριφθεί εμπειρικά.

Οι εναπομείναντες κομμουνιστές και σοσιαλιστές, μετά την πτώση του σοβιετικού σοσιαλισμού και ελλείψει υπαρκτών πολιτειακών προτύπων για την ιδανική τους κοινωνία-ουτοπία, πασχίζοντας να βρουν ένα παρεμφερές κίνημα με παρόμοιους πολιτικούς στόχους, επέλεξαν τον περιβαλλοντικό ακτιβισμό. Είναι τραγική ειρωνία το ότι ουδέποτε δεν αναφέρεται από αυτούς τους ακτιβιστές οι δυνατότητες προστασίας του περιβάλλοντος μέσω της ιδιωτικής πρωτοβουλίας, στάση που ωστόσο δεν πρέπει να μας εκπλήσσει. Η ρητορική αυτών των ομάδων, τουλάχιστων των ανώτερων κλιμακίων αυτών, δεν έχει σκοπό το περιβάλλον, αλλά τον αντικαπιταλιστικό πρωτογονισμό και ακόμα και τη μαζική αυτοκτονία όλης της ανθρωπότητας.

Τελεολογικά, λοιπόν, θα ήταν πιο ηθικό να επιλέξει κάποιος τους κομμουνιστές και όχι τους οικολόγους ακτιβιστές, αφού οι πρώτοι είχαν σκοπό να βοηθήσουν τους ανθρώπους και όχι να τους εξαφανίσουν. Οι φανατικοί οικολογικοί ακτιβιστές μπορούν να χαρακτηριστούν χειρότεροι των κομμουνιστών αν ποτέ αποκτούσαν πολιτική ισχύ εφάμιλλη αυτής της ΕΣΣΔ.

Ο καπιταλισμός του laissez-faire, δηλαδή ο ελευθεριακός καπιταλισμός, είναι η μόνη αρχή υπεράσπισης του φυσικού πλούτου, αφού μόνο με την ατομική ιδιοκτησία και σαφές ιδιοκτησιακό καθεστώς καθίσταται δυνατή η αποτελεσματική προστασία του περιβάλλοντος, με ή χωρίς κερδοσκοπικό χαρακτήρα. Η εξαφάνισις του ύδατος στην Κασπία και τη θάλασσα Αράλη είναι δείγμα της ανικανότητας του σοβιετικού κράτους να περιορίσει τη ρύπανση. Η μεγαλύτερη ρύπανσις σημειώνεται στα λιγότερο οικονομικά φιλελεύθερα κράτη. Ενδεικτικά, στον ποταμό Βόλγα της σοβιετικής Ρωσίας απαγορευόταν στους επιβάτες των ποταμοπλοίων το κάπνισμα λόγω της ρύπανσης του ποταμού από εύφλεκτα υλικά σε σημείο κινδύνου πιθανής ανάφλεξης ολόκληρου του υδάτινου σώματος.

Το πρόβλημα δεν υπήρχε, φυσικά, μόνο στα σοβιετικά σοσιαλιστικά κράτη, αφού στις ΗΠΑ το ομοσπονδιακό κράτος είναι υπεύθυνο για τις μεγαλύτερες οικολογικές καταστροφές στην ιστορία του. Με την αύξηση του παρεμβατισμού αυξάνεται νομοτελειακά η συχνότητα και η έντασις των περιβαλλοντικών καταστροφών.




Πέμπτη 17 Αυγούστου 2017

Η Εποχή των Κρυπτονομισμάτων

Το Νοέμβριο του 2008, ο Satoshi Nakamoto δημοσίευσε τις λεπτομέρειες λειτουργίας ενός νέου συστήματος ψηφιακού χρήματος που το ονόμασε Bitcoin, και το περιέγραψε ως «ένα σύστημα για ηλεκτρονικές συναλλαγές που δεν στηρίζεται στην εμπιστοσύνη». Τον Ιανουάριο του 2009, το δίκτυο του Bitcoin ήρθε στην ύπαρξη με τη δημοσίευση του ανοιχτού κώδικα προγράμματος Bitcoin και την δημιουργία των πρώτων νομισματικών μονάδων. Για αρκετό καιρό, η αξία της κάθε μονάδας Bitcoin ήταν κοντά στο μηδέν. Σύντομα όμως αυξήθηκε η ζήτηση και έτσι η τιμή του άρχισε να ανεβαίνει. Το όνομα Satoshi Nakamoto όμως πρόκειται για ψευδώνυμο, και έτσι ο πραγματικός δημιουργός του (ή η ομάδα που το δημιούργησε) παραμένει άγνωστος.

Το Bitcoin είναι ένα πρωτόκολλο το οποίο ενσωματώνει ιδέες από το κίνημα Cypherpunk λύνοντας κάποια μέχρι τότε άλυτα προβλήματα, όπως το double-spending πρόβλημα – δηλαδή ότι κάποιος μπορούσε να χρησιμοποιήσει τα ίδια νομίσματα παραπάνω από μια φορά. Λειτουργώντας με αρχιτεκτονική peer-to-peer, όπως το δίκτυο Bittorrent, το Bitcoin δεν έχει κάποιο κεντρικό σημείο λειτουργίας, και έτσι δεν υπάρχει κεντρική αρχή. Το δίκτυο αυτό φροντίζει για τη διατήρηση ενός βιβλίου όπου καταχωρούνται όλες οι συναλλαγές όπως και οι ιδιοκτησίες των νομισματικών μονάδων Bitcoin. Το βιβλίο αυτό είναι ανοιχτό σε όλους και αντίγραφό του διατηρούν όλοι όσοι τρέχουν το πλήρες πρόγραμμα του Bitcoin. Μέσα σε αυτό μπορούν όλοι να δουν όλες τις συναλλαγές του δικτύου Bitcoin, όπως και όλα τα «πορτοφόλια» μαζί με τα ποσά που διατηρούν. Στο δίκτυο δεν υπάρχει ανωνυμία, αλλά ψευδωνυμία, αφού τα πάντα περιγράφονται με κάποιον κρυπτογραφικό κώδικα (hash), και έτσι μπορούν να γίνουν αναλύσεις σχετικά με τις μετακινήσεις των κεφαλαίων, και πιθανώς να ανιχνευτούν οι πραγματικές ταυτότητες των χρηστών του εφόσον αυτοί συνέδεσαν την δραστηριότητά τους με κάποια υπηρεσία που διατηρεί τα στοιχεία αυτά, όπως τις τράπεζες. Μπορεί όμως να επιτευχθεί η ανωνυμία (και κατά συνέπεια το «ξέπλυμα χρήματος») με τη χρήση υπηρεσιών που ονομάζονται Bitcoin Mixing Services. Οι υπηρεσίες αυτές ανακατεύουν τα νομίσματα μαζί με αυτά από άλλους χρήστες, και επιστρέφουν τα ποσά στους κατόχους τους με στόχο να χαθούν οι συνδέσεις και να είναι αδύνατη η ανίχνευση της πηγής.



Το βιβλίο αυτό λέγεται Blockchain και είναι το πιο επαναστατικό κομμάτι της τεχνολογίας που έχει να προσφέρει το Bitcoin. Οι συναλλαγές καταγράφονται σε αυτό και πιστοποιείται η εγκυρότητά τους από τους λεγόμενους «Bitcoin Miners». Έτσι λύνεται το πρόβλημα του double-spending, αφού αν κάποιος δοκιμάσει να «πειράξει» τον κώδικα του Bitcoin έτσι ώστε να χρησιμοποιήσει ξανά τα ίδια χρήματα, η συναλλαγή θα απορριφθεί από το δίκτυο ως απατηλή. Το Blockchain κάνει εφικτή τη δημιουργία νέων εφαρμογών πάνω στο δίκτυο του Bitcoin που μπορεί να αλλάξουν τον τρόπο που θα γίνονται κάποια πράγματα στο μέλλον, όπως τα Διανεμημένα Συμβόλαια. Δεν θα μιλήσουμε όμως για άλλες εφαρμογές του Blockchain στο άρθρο αυτό, παρά μόνο για το νόμισμα.


Οι miners είναι αυτοί που αξιοποιούν ειδικά σχεδιασμένο hardware για την παραγωγή νέων bitcoins άλλα και για την πιστοποίηση των συναλλαγών, και ονομάζονται έτσι γιατί η διαδικασία παραγωγής νέων bitcoins μοιάζει με τη διαδικασία εξόρυξης κάποιου περιορισμένου αποθέματος όπως ο χρυσός. Το Bitcoin είναι σχεδιασμένο έτσι ώστε να έχει προβλέψιμη και περιορισμένη δημιουργία bitcoins, με σταδιακά μειωμένο πληθωρισμό που μετά από κάποια χρόνια θα τείνει στο μηδέν, μέχρι να σταματήσει οριστικά η παραγωγή τους. Τα νέα bitcoins πηγαίνουν σε αυτούς που στηρίζουν τη λειτουργία του δικτύου, δηλαδή τους miners, σε αναλογία με τη συνεισφορά τους στη συνολική λειτουργία αυτού. Στην αρχή η παραγωγή των νέων bitcoins πραγματοποιούνταν με συνηθισμένους ηλεκτρονικούς υπολογιστές από όποιον ήθελε, και έτσι κάποιοι που είδαν από νωρίς την αξία αυτής της τεχνολογίας ανταμείφθηκαν με bitcoins που ενώ τότε δεν είχαν σημαντική αξία, μετέπειτα απέκτησαν σημαντική αγοραστική δύναμη. Μαζί με την αύξηση της τιμής της κάθε μονάδας Bitcoin, αυξήθηκε και το κίνητρο για τη συμμετοχή στο δίκτυο του, αλλά επειδή ο αριθμός των νέων bitcoins που δημιουργούνται παραμένει σταθερός, η δυσκολία «εξόρυξης» νέων bitcoins έγινε πιο δύσκολη και η ανταμοιβή πολύ μικρή. Έτσι, τώρα δεν συμφέρει η παραγωγή bitcoins με χρήση συνηθισμένου hardware και πραγματοποιείται πλέον κυρίως από επιχειρήσεις που εξειδικεύονται σε αυτό.




Ο καθένας μπορεί να χρησιμοποιήσει το Bitcoin, και μπορεί να προμηθευθεί bitcoins από online markets, σε κάποιες χώρες από ΑΤΜ, ή και από πρόσωπο σε πρόσωπο (όπως μέσω της υπηρεσίας Localbitcoins). Για πρώτη φορά γίνεται να στείλει κάποιος χρήματα απευθείας στον παραλήπτη χωρίς ενδιάμεσους, όπως τράπεζες ή εταιρίες πιστωτικών καρτών. Επίσης, σε αντίθεση με τις πιστωτικές κάρτες, τα bitcoins αποστέλλονται, δεν «τραβιούνται» από κάποιον λογαριασμό. Έτσι, για να πληρωθεί κάποιος έμπορας στο διαδίκτυο, δεν χρειάζεται να έχει προσωπικά στοιχεία του πελάτη του, οπότε ο πελάτης παραμένει ασφαλής από την κλοπή των στοιχείων του, κάτι συνηθισμένο με τις πιστωτικές κάρτες. Επίσης, δεν κινδυνεύει να χάσει χρήματα επειδή κάποιος έχει τον αριθμό της κάρτας του. Υπάρχουν όμως άλλοι κίνδυνοι.

Με το Bitcoin, τα χρήματα βρίσκονται στο Blockchain, αλλά τα κλειδιά για τη χρήση τους βρίσκονται στη διάθεση του χρήστη. Αυτό σημαίνει πως αν ο χρήστης δεν ξέρει να τα προστατεύσει, μπορεί να πέσει θύμα κακόβουλου λογισμικού που κλέβει τα κλειδιά αυτά. Υπάρχουν όμως πολλοί τρόποι για να είναι κάποιος εξασφαλισμένος σχετικά με την ιδιοκτησία των κλειδιών. Ο πιο απλός, είναι η κρυπτογράφηση του ίδιου του πορτοφολιού (του μέρους δηλαδή όπου αποθηκεύονται τα κλειδιά αυτά). Η ευθύνη βρίσκεται στον ιδιοκτήτη, αλλά μαζί της και η ελευθερία της πραγματικής ιδιοκτησίας, αφού κανείς δεν μπορεί να του πάρει τα χρήματα αυτά, ή να τα «παγώσει». Δικαίως έχουν ονομάσει το Bitcoin «μετρητά για το Internet».

Με την αύξηση της δημοτικότητας του Bitcoin, αυξήθηκε και η ζήτηση και, κατά συνέπεια, η τιμή του. Τότε προέκυψαν πολλά ακόμη παρόμοια πρωτόκολλα με κάποιες διαφοροποιήσεις, όπως το Litecoin. Με την τιμή του Bitcoin να βρίσκεται γύρω στα 1000 δολάρια, πολλοί έστρεψαν το ενδιαφέρον τους και στα υπόλοιπα αντίστοιχα νομίσματα, τα οποία όλα μαζί συχνά ονομάζονται altcoins, δηλαδή εναλλακτικά κρυπτονομίσματα. Καθώς όμως η τιμή του Bitcoin έπεσε μετά τον ενθουσιασμό του «εύκολου χρήματος», κάποια από αυτά χάθηκαν, και κάποια άλλα υποτιμήθηκαν σημαντικά.

Πρέπει να σημειωθεί ότι το Bitcoin απέκτησε αξία στην αρχή κυρίως γιατί έκανε εφικτή τη λειτουργία ανώνυμων αγορών, όπως το γνωστό Silk Road, όπου ο καθένας μπορεί να αγοράσει παράνομες υπηρεσίες ή προϊόντα αξιοποιώντας την ψευδώνυμη και δίχως κεντρική αρχή φύση του Bitcoin. Με λίγα λόγια, η μαύρη αγορά είδε πρώτη την αξία σε ένα τέτοιο σύστημα συναλλαγών, γιατί ακριβώς βγάζει από τη μέση τους ενδιάμεσους και κάνει εφικτή την ανωνυμία στις χρηματικές συναλλαγές.

Πολλές άσχημες ιστορίες στιγμάτισαν την ιστορία του Bitcoin, με πιο γνωστή την μεγάλη κλοπή που έγινε στους πελάτες της υπηρεσίας συναλλαγών MtGox, αλλά καμία από αυτές δεν αφορά το Bitcoin καθαυτό, το οποίο παραμένει απόλυτα ασφαλές και αξιόπιστο. Οι δυνατότητες που δίνει η τεχνολογία αυτή φαίνεται πως έχουν το δυναμικό να αλλάξουν τον τρόπο που λειτουργεί το χρήμα, όπως το Internet έκανε στις αρχές τις δεκαετίας ’90 στις επικοινωνίες, στον τύπο, στα μέσα ενημέρωσης κλπ. Καταργεί τα σύνορα και τις εθνικότητες, και δίνει στο άτομο περισσότερους τρόπους να προστατευθεί από τον εξαναγκασμό των κυβερνήσεων. Ακόμη και αν το Bitcoin αποτύχει, η τεχνολογία που το κάνει εφικτό θα συνεχίσει να εξελίσσεται, βάζοντάς μας σταδιακά στην εποχή των κρυπτονομισμάτων – στην εποχή που οι κεντρικές τράπεζες θα έχουν ξανά ανταγωνισμό και οι κυβερνήσεις θα είναι μάλλον αδύναμες για να τον σταματήσουν ολοκληρωτικά.




πηγή: http://ancap.gr

Τρίτη 15 Αυγούστου 2017

Τότε καὶ τώρα: Τὸ Κορεατικὸ ζήτημα ὡς ἡ μόνιμη ἀπειλὴ τῆς γῆς καὶ τῆς λογικῆς.

Καὶ ἐνὼ ἡ κατάσταση στὴν Κορεατικὴ χερσόνησο μυρίζει μπαροῦτι, ἐμφανίζονται ὅλο καὶ περισσότεροι ὑποστηρικτὲς τῆς Βορείου Κορέας ποὺ βρίσκουν τὴν εὐκαιρία νὰ ἐκφράσουν τὸν ἀντιαμερικανισμό τους. Καὶ δὲν εἶναι μόνο οἱ κομμουνιστὲς οἱ ὁποίοι λυμαίνονται τὴν Σοβιετικὴ Δημοκρατία τῆς Ἑλλάδας, ἀλλὰ καὶ ἄτομα ἀπὸ τὸν ἐθνικιστικὸ ἢ ἀκόμα καὶ ἀπὸ τὸν δεξιὸ χῶρο.

Βεβαίως, ὑπάρχουν ἀρκετοὶ λόγοι ποὺ θὰ μπορούσαν νὰ δικαιολογήσουν τὸν ἀντιαμερικανισμὸ ποὺ στὴν Ἑλλάδα εἶναι δημοφιλής. Στὴν περίπτωση ὅμως τῆς Βορείου Κορέας τὰ πράγματα εἶναι σοβαρὰ καὶ δὲν χωράνε πειραματισμοὶ καὶ παιχνίδια. Πρόκειται γιὰ ἕνα λάθος τῆς ἱστορίας ποὺ θὰ ἔπρεπε νὰ εἶχε τερματιστεῖ μὲ κάθε κόστος τὸ 1950. Διότι ἡ Βόρεια Κορέα δὲν εἶναι ἀπλῶς ἕνα καθεστὼς-μαριονέτα τῆς ΕΣΣΔ, ἀλλὰ γνήσιος καὶ μοναδικὸς σήμερα συνεχιστὴς τῆς κομμουνιστικῆς παράνοιας.

Τὸ Κορεατικὸ ζήτημα προέκυψε μὲ τὴν λήξη τοῦ Β’ΠΠ καὶ τὴν ἧττα τῆς Ἰαπωνίας ἡ ὁποία κατεῖχε τὴν Κορεατικὴ χερσόνησο. Ἤδη, τὸν Σεπτέμβριο τοῦ 1943 στὴν διακήρυξη τοῦ Καΐρου, Ῥούσβελτ, Τσώρτσιλ καὶ Τσὰγκ Κάι Σὲκ συμφώνησαν στὴν ἀνεξαρτησία τῆς Κορέας, καὶ τὸν ἐπόμενο χρόνο, τὸν Σεπτέμβριο τοῦ 1944, ἐγκατεστάθη στὴν Κίνα προσωρινὴ κυβέρνηση.

Τὴν διακήρυξη τοῦ Καΐρου προσυπέγραψε καὶ ἡ Ῥωσία στὸ Πότσδαμ τὸ 1945, ὅταν καὶ αὐτὴ ἐκήρυξε τὸν πόλεμο κατὰ τῆς Ἰαπωνίας. Συγχρόνως ἀπεφασίσθη νὰ ἐπιτραπῇ εἰς τὰ Ῥωσικὰ στρατεύματα νὰ ἀπελευθερώσουν τὸ Βόρειο τμῆμα  τῆς Κορέας, ἐνῷ οἱ Ἀμερικανοὶ θὰ ἀφόπλιζον τοῦς Ἰάπωνας εἰς τὸ Νότιον τμῆμα τῆς Κορέας. Τοιουτοτρόπως ὡρίσθη ὁ 38ος παράλληλος ὡς διαχωριστικὴ γραμμή, ἀπλῶς καὶ μόνον γιὰ τὴν παράδοσιν καὶ ἀφοπλισμὸν τῶν Ἰαπώνων.

Οἱ Ῥώσοι πρὸς ὑλοποίηση τῶν σχεδίων τους νὰ μεταβάλουν ἀπὸ τὴν πρώτη στιγμὴ τὴν Βόρεια Κορέα σὲ «Σιδηροῦν Παραπέτασμα», ἀπαγόρευσαν τὴ διάβαση τῶν συνόρων πρὸς ὅλες τὶς κατευθύνσεις. Μὲ τὸν ἄφθονο καὶ σύγχρονο ὁπλισμὸ ποὺ παρέδοσαν οἱ Ἰάπωνες, ἄρχισαν ἀμέσως νὰ ἐξοπλίζουν τὸν κομμουνιστικὸ στρατὸ στὴν Βόρειο Κορέα, ἐνῷ οἱ διπλωμάτες τους φρόντιζαν νὰ κερδίζουν χρόνο στὶς συσκέψεις καὶ τὰ συμβούλια τῶν Δυτικῶν Δυνάμεων.

Ἀντιθέτως στὸ νότο ὁ λαὸς τῆς Κορέας κατέβαλε πᾶσαν προσπάθειαν πρὸς ἀποκατάστασιν τῆς ἐθνικῆς ἐνότητος καὶ ἀνεξαρτησίας. Ἡ Στρατιωτικὴ Διοίκηση τῶν ΗΠΑ εἶχε συγκεντρώσει τὶς προσπάθειές της στὴν ἀνασυγκρότηση τῆς οἰκονομίας τῆς χώρας καὶ τὴν προετοιμασία τῶν Κορεατῶν πρὸς αὐτοκυβέρνηση, ἀντίθετα δηλαδὴ μὲ τὴν Ῥωσία στὸν Βορρᾶ ἡ ὁποία προσπαθοῦσε νὰ ἐπιβάλει τὴν ἐγκατάσταση μίας κυβερνήσεως ἀνδρικέλων.

Μάλιστα, ἡ Ῥωσία τράβηξε ἀκόμα πιὸ πολὺ τὸ σχοινί, καὶ τὸν Δεκέμβριο τοῦ 1945 στὴν σύσκεψη τῆς Μόσχας τὰ Κομμουνιστικὰ Κόμματα ἀποφάσισαν «…νὰ ἐγκαταστήσουν ἐν συνεννοήσει μὲ τὰ διάφορα Δημοκρατικὰ Κόμματα τῆς Κορέας, μίαν προσωρινὴν Κορεατικὴν Κυβέρνησιν δι’ ὁλόκληρον τὴν Κορέαν. Νὰ ἀσκήσουν ἐπὶ πέντε (5) ἔτη κηδεμονίαν ἐπὶ τῆς Κορέας.».

Ἡ τελευταία αὐτὴ ἀπόφαση τῆς κηδεμονίας, ἡ ὁποία ἐνεθύμιζεν εἰς τοὺς Κορεάτας τὸ Ἰαπωνικὸ Προτεκτοράτο τοῦ 1905-1910, προκάλεσε μεγάλες ἀντιδράσεις κυρίως στὴ Νότια Κορέα. Ἀντιθέτως στὴ Βόρεια Κορέα τὸ Κομμουνιστικὸ Κόμμα ἔδωσε ἐντολὴ στοὺς Κορεάτες νὰ δεχθοῦν τὴν ἐντολὴ τῆς Μόσχας ἐκβιαστικῶς. Κατόπιν ἡ Ῥωσία ἀξίωσε νὰ συμμετέχουν στὴν προσωρινὴ Κυβέρνηση μόνο τὰ κόμματα καὶ τὰ ἄτομα τὰ ὁποία εἶχαν δεχθεῖ τὴν ἀπόφαση τῆς Μόσχας, δηλαδὴ τὸ Κομμουνιστικὸ Κόμμα καὶ οἱ συνοδοιπόροι του. Συγχρόνως οἱ Ῥώσοι ἀπαγόρευσαν κάθε ἐπικοινωνία πέραν τοῦ 38ου παραλλήλου, καθιστώντας αὐτὸν ὡς ὄριο πολιτικοῦ διαχωρισμοῦ τῆς Κορέας. Ἔτσι, κατέστη ἀδύνατη, τόσο ἡ ἔνωση τῆς Κορέας, ὅσο καὶ ἡ συγκρότηση προσωρινῆς Κυβερνήσεως.

Κατόπιν αὐτῶν τῶν ἐξελίξεων, οἱ ΗΠΑ ἔφεραν τὸ ζήτημα στὴ γενικὴ Συνέλευση τοῦ ΟΗΕ τὴν 17ην Σεπτεμβρίου 1947, καὶ ὀρίστηκε μία προσωρινὴ ἐννεαμελὴς ἐπιτροπὴ (μὲ τὴ συμμετοχὴ καὶ Σοβιετικοῦ ἀντιπροσώπου) ὥστε νὰ ἐπιβλέψει τὴν διεξαγωγὴ ἐλεύθερων ἐκλογῶν πρὸς ἀνάδειξιν Ἐθνοσυνελεύσεως σὲ ὁλόκληρη τὴν Κορέα.

Ὁ Ρῶσος ὅμως Στρατιωτικὸς Διοικητὴς Βορείου Κορέας, δὲν ἐπέτρεψε τὴν εἴσοδο τῆς ἐπιτροπῆς τοῦ ΟΗΕ στὴ Βόρειο Κορέα, ἐνῷ συγχρόνως τὸ Κομμουνιστικὸ Κόμμα ἐπιδόθηκε σὲ μία τρομοκρατικοῦ τύπου προπαγάνδα στὴ Νότιο Κορέα. Παρ ὅλα αὐτὰ οἱ ἐκλογὲς διεξήχθησαν στὴ Νότιο Κορέα στὶς 10 Μαΐου 1948 μὲ συμμετοχὴ ποὺ ξεπέρασε τὸ 80%. Ἡ ἐκλεγείσα Ἐθνοσυνέλευση ἀνεκήρυξε τὴν Κορέα Δημοκρατία καὶ ἐξέλεξε πρόεδρο τὸν Σήγκμαν-Ῥῆ.

Ὁ ΟΗΕ ἀναγνώρισε τὴν κυβέρνηση τοῦ Σήγκμαν-Ῥῆ ὡς τὴ μοναδικὴ νόμιμη κυβέρνηση τῆς Κορέας καὶ τὰ Ἀμερικανικὰ στρατεύματα ἀπεσύρθησαν ἀπὸ τὴ Νότιο Κορέα τὸν ἐπόμενο χρόνο. Αὐτὸ ἦταν καὶ τὸ τραγικὸ λάθος τοῦ Ἀμερικανικοῦ στρατοῦ ποὺ ἄφησε τὸν λαὸ τῆς Κορέας ἀνυπεράσπιστο καὶ ἐκτεθειμένο στὶς φονικὲς ὀρέξεις τῶν αἱμοσταγῶν κομμουνιστῶν.

Οἱ Ῥῶσοι, ἀπὸ τοῦ Αὐγούστου τοῦ 1948, κατὰ τὴ συνήθη τακτική τους συνεκρότησαν τὴν Λαϊκὴ Δημοκρατία τῆς Βορείου Κορέας, καὶ διενήργησαν ἐκλογὲς μὲ ἕνα μόνο ψηφοδέλτιο καὶ ἄνευ οὐδεμιᾶς διεθνοῦς ἐπιβλέψεως. Ἐγκατέστησαν ὡς πρόεδρο ἕναν Κορεάτη πράκτορά τους ποὺ ἐκπαιδεύτηκε στὴν Μόσχα καὶ ἐξόπλισαν τὴν Βόρεια Κορέα μὲ ῥωσικὰ ἄρματα καὶ ἀεροπλάνα.

Ἀπὸ τὸ 1948 μέχρι τὸ ξέσπασμα τοῦ πολέμου τὸ 1950, ἡ Βόρεια Κορέα ἄσκησε ἔντονη προπαγάνδα στὸ ἐσωτερικὸ τῆς Νότιας Κορέας μέσω πρακτόρων, προκλήσεως ἀπεργιῶν, διαδηλώσεων καὶ λοιπων καταλυτικῶν μεθόδων, ἄνευ οὐσιώδους ἀποτελέσματος. Μέχρι ποὺ ἕνα πρωινὸ τοῦ Ἰουνίου 1950, οἱ κομμουνιστές, ἐκμεταλλευόμενοι τὴν ἀπουσία Ἀμερικανικῶν στρατευμάτων, εἰσέβαλαν αἰφνιδίως στὴ Νότια Κορέα.

Τὰ κόκκινα δίποδα κατέλαβαν ὁλόκληρη τὴν Κορεατικὴ χερσόνησο και, μέχρι νὰ συγκληθεῖ τὸ Συμβούλιο Ἀσφαλείας τοῦ ΟΗΕ καὶ νὰ ἀποφασίσει νὰ ἐπέμβει, οἱ ἀμυνόμενες νοτιοκορεατικὲς δυνάμεις ὁπισθοχώρησαν στὴν περιοχὴ τοῦ Πουσὰν στὴ νοτιοανατολικὴ Κορέα.

Ἡ ἀπόφαση τῆς 29ης Ἰουνίου 1950 τοῦ Συμβουλίου Ἀσφαλείας τοῦ ΟΗΕ ἔχει τεράστια ἱστορικὴ σημασία διότι γιὰ πρώτη (ἶσως καὶ μοναδικὴ) φορὰ τὰ κράτη ἐπενέβησαν γιὰ νὰ ἀντιμετωπίσουν τὴν κομμουνιστικὴ ἀπειλὴ ἐναντίον ἑνὸς ἐλευθέρου ἔθνους. Ἦταν τὰ πρώτα χρόνια μετὰ τὴν συγκρότηση τοῦ ΟΗΕ καὶ γι αὐτὸ ἡ κρίση τῶν ἐκπροσώπων ἦταν καθαρή, χωρὶς παρασκηνιακὲς βρώμικες διαδικασίες. Γιὰ πρώτη φορὰ τὰ Ἠνωμένα Ἔθνη ἐνήργησαν γιὰ τὸν σκοπὸ τὸν ὁποῖο δημιουργήθηκαν.

Τὰ ἔτη ποὺ ἀκολούθησαν ἦταν καθοριστικὰ γιὰ τὴν ἀνθρωπότητα. Ἡ συμμαχία τῶν Ἐλευθέρων Ἐθνῶν ἐναντίον τῆς Κομμουνιστικῆς παράνοιας ἀνάγκασε τοὺς ὑπανθρώπους νὰ ὑποχωρήσουν καὶ νὰ περιοριστοῦν στὰ ἐδάφη ποὺ προέβλεπε ἡ ἀρχικὴ συμφωνία. Ὅσοι Κορεάτες εἶχαν τὴν τύχη νὰ βρίσκονται στὸ νότιο κομμάτι τῆς χῶρας, βίωσαν μιὰ οἰκονομικὴ ἄνθιση, μία ὑψηλῆς ποιότητος ζωή, μὲ ἀξιόλογο σύστημα ὑγείας, πανεπιστήμια ποὺ συγκαταλέγονται στὰ καλύτερα τοῦ κόσμου, κατὰ κεφαλὴν εἰσόδημα ποὺ θὰ ζήλευαν οἱ κάτοικοι ἀκόμα καὶ τοῦ δυτικοῦ κόσμου, καὶ ἕνα ἀπὸ τὰ ὑψηλότερα ΑΕΠ τῆς ὑφηλίου.

Ἀντίθετα, στὸ βόρειο μέρος τῆς χερσονήσου δὲν ὑπῆρξε καμία ἐξέλιξη ἀπὸ τὸ 1950 μέχρι σήμερα. Παρ ὅλο ποὺ τὰ ἐργοστάσια ἐνέργειας, ὁ ὀρυκτὸς πλοῦτος καὶ ἡ εὐφορη γῆ βρίσκονται στὴν Βόρειο Κορέα, ὁ λαὸς ὑποφέρει ἀπὸ τὴν ἀσιτία καὶ τὸ ἀπάνθρωπο καθεστώς. Δὲν ὑπάρχει κανενὸς εἴδους ἀτομικὴ ἐλευθερία καὶ ἡ κληρονομικὴ ἠγεσία ἀκολουθεῖ πιστὰ τὴν Σοβιετικὴ πολιτικὴ ποὺ χάραξε ὁ πρῶτος ἠγέτης τῆς χῶρας καὶ κατάσκοπος τῆς ΕΣΣΔ, Κὶμ Ἶλ Σοῦνγκ. Πρόκειται δηλαδὴ γιὰ μία τρύπα τῆς ἱστορίας ποὺ ἀρνείται πεισματικὰ νὰ κλείσει.

Ἡ λειτουργία τοῦ ΟΗΕ ἀπὸ τὸ 1950 ἔχει ἀλλάξει δραματικά. Ἀπὸ μία προσπάθεια τῶν ἐλευθέρων ἐθνῶν τῆς μεταπολεμικῆς Εὐρώπης (ὅσο ἐλεύθερα ἦταν τὰ ἔθνη μετα τὸν Β’ΠΠ) ἔχει καταντήσει νὰ εἶναι ἕνας διεφθαρμένος ὀργανισμὸς ποὺ ἐξυπηρετεῖ τὰ συμφέροντα τῶν ἰσχυροτέρων ἐκ τῶν μελῶν του οἱ ὁποίοι κινοῦν τὰ νήματα. Αὐτὸ ὅμως δὲν σημαίνει πὼς θὰ πρέπει ἀντιδραστικὰ νὰ ὑποστηρίξουμε τὸν ὁποιονδήποτε ἀντιτίθεται στὴν συμμορία τοῦ ΟΗΕ καὶ τῶν ΗΠΑ. Ὑπάρχουν περιπτώσεις ὅπως ἡ Βόρεια Κορέα καὶ ἡ Βενεζουέλα, οἱ ὁποῖες θὰ πρέπει νὰ συσπειρώσουν τὰ ἐλεύθερα ἔθνη τοῦ πλανήτη καὶ νὰ τὰ κάνουν νὰ ἐνωθοῦν ὡς μία γροθιὰ ἔτοιμη νὰ συντρίψουν τὸν κομμουνισμὸ ποὺ συνεχίζει νὰ ὑπάρχει σὲ πείσμα τῆς ἱστορίας καὶ τῆς λογικῆς.

Γι αὐτὸ καὶ στὴν σημερινὴ ἔνταση ἀνάμεσα στὶς ΗΠΑ καὶ στὴν Βόρεια Κορέα δὲν ὑπάρχει κἂν ζήτημα ἐπιλογῆς. Ὁ Πρόεδρος Donald Trump χειρίστηκε ἄψογα τὴν κρίση καὶ ἔτριξε τὰ δόντια στοὺς κόκκινους ὑπανθρώπους, οἱ ὁποίοι μὲ τὴ σειρά τους (μέσω τοῦ προέδρου τους) μάζεψαν τὴν οὐρὰ κάτω ἀπὸ τὰ σκέλια τους καὶ κρύφτηκαν πίσω στὴν κομμουνιστικὴ σφηκοφωλιά τους. Καὶ τὸ πιὸ γελοῖο τοῦ πράγματος εἶναι ἡ κριτικὴ ποὺ δέχτηκε ὁ Trump ἀπὸ τοὺς φιλελέδες τῶν social media καὶ τῶν ΜΜΕ γιὰ τὶς ἀπειλὲς ποὺ ἐκτόξευσε ἐναντίον τῆς Βορείου Κορέας, ἀντὶ νὰ ἀποδοκιμάσουν τὶς προκλήσεις τοῦ Κὶμ Γιὸνγκ Οὖν περὶ βομβαρδισμοῦ τῆς νήσου Γκουάμ…!

Γιὰ ὅσους δὲν κατάλαβαν τὶ ἔγινε τὶς προηγούμενες ἠμέρες: Ὁ Trump ἀπέτρεψε ἕναν πυρηνικὸ πόλεμο, καὶ ὡς σύγχρονος Douglas MacArthur ἔβαλε τοὺς κομμουνιστὲς στὴ θέση τους, καὶ μάλιστα χωρὶς νὰ πέσει οὔτε μιὰ σφαῖρα. Οἱ μέχρι τώρα ἐξελίξεις ἀποτελοῦν νίκη, ὄχι μόνο τοῦ Donald Trump, ἀλλὰ ὁλόκλητου τοῦ Δυτικοῦ κόσμου. Ἡ ὁλοκληρωτικὴ νίκη τῆς λογικῆς θὰ ἐπέλθει ὅταν τὸ τερατούργημα τῆς Βορείου Κορέας ἐξαφανιστεῖ καὶ ὁ κομμουνισμὸς μπεῖ στὸ χρονοντούλαπο τῆς ἱστορίας.











Δημήτριος Τσίκας
15 Αὐγούστου 2017

Πέμπτη 10 Αυγούστου 2017

Ο Μήτρογλου και η θεωρία της υπεραξίας

Του Θάνου Τζήμερου

Ο γλύπτης Σφυρίδων Καλέμης αγόρασε ένα μεγάλο κομμάτι μάρμαρο που του κόστισε 2000 ευρώ. Αφού το σκάλιζε επί 6 μήνες, δουλεύοντας 6 ώρες κάθε μέρα, 5 μέρες την εβδομάδα, έφτιαξε ένα γλυπτό. Πόσο θα πουληθεί;

Η απάντηση οποιουδήποτε που διαθέτει πέντε δράμια μυαλό είναι: δεν ξέρουμε! Μπορεί ο Καλέμης να είναι ένας ατάλαντος που δεν τον ξέρει ούτε η μάνα του και το γλυπτό να μην το παίρνουν ούτε για μπάζο. Μπορεί να είναι ένας διάσημος (ταλαντούχος ή μη, είναι άλλη ιστορία…) και το γλυπτό του να πουληθεί ακριβότερα από τα 141,28 εκατομμύρια δολάρια που έπιασε πέρυσι «Ο άνδρας που δείχνει» του Τζιακομέτι.

Διαφωνεί κανένας; Μα και βέβαια, ο μαρξιστής! Ο οποίος απαντάει ως εξής: 2000 ευρώ το υλικό, συν τόσες ώρες εργασία, επί τόσα ευρώ η ώρα, συν τρία καλέμια και ένα σφυρί που χάλασε αυτούς τους 6 μήνες, συν το κόστος χρήσης του εργαστηρίου, συν οι καφέδες που έπινε, μείον 3 μέρες που δεν δούλεψε γιατί ήταν με πυρετό, ίσον 8275 ευρώ. Τόσο πρέπει να πουληθεί το έργο! Κι επειδή σε βλέπει που τον κοιτάς με το σαγόνι πεσμένο, συμπληρώνει: αυτό δεν σημαίνει ότι θα πουληθεί τόσο. Αυτή όμως είναι η φυσική του αξία!

Όπως παρατηρήσατε, δεν είπε η φυσική του τιμή, αλλά η φυσική του αξία, συνεχίζοντας μια παρεξήγηση που την ξεκίνησε ο... Αριστοτέλης. Ο μεγάλος φιλόσοφος που έψαχνε απάντηση ακόμα και στο γιατί βλέπουμε αστεράκια όταν τρίβουμε τα μάτια (Μικρά Φυσικά, Περί αισθήσεως και αισθητών, Κεφάλαιο Β’) αναγνώρισε δύο αξίες σε κάθε αντικείμενο: τη χρηστική (οικείαν χρήσιν) και την ανταλλακτική (αλλαγής ένεκεν). Ένα κρεβάτι δηλαδή, είτε το χρησιμοποιείς για να κοιμάσαι, είτε το δίνεις μαζί με άλλα τέσσερα κρεβάτια και παίρνεις ένα σπίτι. («Κλίναι πέντε αντί οικίας.» Ενδιαφέρουσα πληροφορία ότι στην εποχή του Αριστοτέλη ένα σπίτι κόστιζε όσο 5 κρεβάτια!) Ναι, αλλά πώς έφτασε στα χέρια σου το κρεβάτι; Αν το παρήγαγες εσύ, κάποιους συντελεστές παραγωγής χρησιμοποίησες, άρα ήδη το αντάλλαξες με χρόνο και χρήμα τα οποία θα μπορούσες να χρησιμοποιήσεις για την παραγωγή ενός άλλου αγαθού. Αν το πήρες από άλλον δίνοντας π.χ. δύο πιθάρια λάδι, έχουμε τη «συμμετρία»: 1 σπίτι = 5 κρεβάτια = 10 πιθάρια λάδι η οποία γίνεται μια ατελείωτη αλυσίδα, αν ψάξουμε πώς παρήχθη το λάδι. Ποιος καθορίζει αυτές τις ισοτιμίες; Με ποιον μηχανισμό ανόμοια πράγματα αποκτούν ίδια τιμή; Απάντηση δεν μπόρεσε να δώσει ο Αριστοτέλης. Το μπέρδεμα έγινε μεγαλύτερο, καθώς τη χρηστική αξία τη συσχετίζει με την επιβίωση: το νερό έχει μεγάλη χρηστική αξία αλλά μηδέν ανταλλακτική, ενώ το διαμάντι έχει μηδέν χρηστική αλλά μεγάλη ανταλλακτική. Και ψάχνει να βρει, χωρίς αποτέλεσμα, γιατί υπάρχει αυτή η αφύσικη απόκλιση. Ο νόμος της προσφοράς και της ζήτησης δεν είχε ακόμα ανακαλυφθεί σε μια κοινωνία με ελάχιστους «κωδικούς» προϊόντων, που ικανοποιούσαν κυρίως βασικές ανάγκες (τροφή, ένδυση, στέγαση) και όπου η ανταλλακτική οικονομία κατείχε ακόμα μεγάλο μερίδιο της αγοράς. Έτσι έκανε το θεμελιώδες λάθος να αναζητά την απάντηση στον τρόπο που κατασκευάζεται κάτι, και όχι στην ένταση με την οποία ζητιέται.

Κι επειδή η σκέψη του Αριστοτέλη ήταν θέσφατο τουλάχιστον μέχρι την Αναγέννηση, οι πρώτοι διανοητές που μπορούν να χαρακτηρισθούν οικονομολόγοι, ο Άνταμ Σμιθ και ο Ντέιβιντ Ρικάρντο, ξεκίνησαν να μελετούν την οικονομική υπόσταση ενός αντικειμένου βασισμένοι στην αριστοτελική έννοια της αξίας.

Πώς αποκτάει αξία ένα προϊόν; Από τους συντελεστές που χρειάστηκαν για την παραγωγή του, σκέφτηκαν. Ανάμεσα στους οποίους ο πιο σημαντικός είναι η εργασία. Γράφει ο Άνταμ Σμιθ στην κλασική πραγματεία του που είναι γνωστή ως «Ο Πλούτος των Εθνών»: «Το αγαθό που είναι προϊόν δύο ημερών ή δύο ωρών εργασίας θα πρέπει να αξίζει το διπλάσιο ενός αγαθού που η παραγωγή του απαιτεί εργασία μιας ημέρας ή μιας ώρας». Κι επειδή η επόμενη ερώτηση είναι «πώς αποτιμάται η αξία μιας ώρας εργασίας σε ανθρώπους με διαφορετικές δεξιότητες;» οι πρώιμοι οικονομολόγοι κατασκεύασαν μια ολόκληρη θεωρία, την “Εργασιακή Θεωρία της Αξίας”, και παιδευόντουσαν χρόνια ολόκληρα να υπολογίσουν με ακρίβεια την εργασία που ενσωματώνεται σε μια λίμπρα σιτάρι, σε ένα ζευγάρι παπούτσια ή σε 10 πήχεις ύφασμα.

Το προφανές αδιέξοδο αυτής της μεθόδου έγινε βατερλώ όταν προσπάθησαν να αντιστοιχίσουν αξία και τιμή. Άντε να βρεις γιατί από χέρι σε χέρι αλλάζει η τιμή ενός προϊόντος, προς τα πάνω ή προς τα κάτω, ενώ δεν έχει αλλάξει τίποτε στην εργασία που το παρήγαγε.

Μέχρι που ένας ξύπνιος άνθρωπος (και πολύ ενδιαφέρουσα γενικότερα προσωπικότητα), που στην Ελλάδα δεν τον πολυξέρουμε, ο Σάμιουελ Μπέιλυ εξήγησε τα αυτονόητα. Ότι, δηλαδή, δεν πα’ να έχεις ρίξει τη δουλειά της αρκούδας, πρέπει να βρεθεί κάποιος που θα πει για το προϊόν σου “το θέλω και πληρώνω τόσα”. Αλλιώς δεν έχει καμμία αξία. Δεν υπάρχει αντικειμενική αξία σε κανένα προϊόν, ούτε στο νερό ούτε στο διαμάντι, παρά μόνο υποκειμενική, που αλλάζει από άνθρωπο σε άνθρωπο, από τόπο σε τόπο, κι από στιγμή σε στιγμή. Και υπάρχει ένας μόνο τρόπος αποτίμησης της αξίας: η τιμή. Αν βρεθεί λοιπόν κάποιος να πληρώσει 141 εκατομμύρια για το γλυπτό του Τζιακομέτι ή του Καλέμη, αυτή είναι και η αξία του. Τόσο απλά. Και χρήση ενός προϊόντος δεν κάνεις μόνο όταν το τρως. Κάνεις κι όταν καμαρώνεις ανάμεσα σε άλλους εκατομμυριούχους του τζετ σετ για τον “Τζιακομέτι σου”, τον οποίο πολύ πιθανόν ούτε θα γυρνούσες να κοιτάξεις, αν έκανε μόνο 141 ευρώ. Άβυσσος η ψυχή του ανθρώπου, άβυσσος και οι ανάγκες που δημιουργεί.

Πότε δημοσίευσε αυτή τη θέση ο Μπέιλυ; (A Critical Dissertation on the Nature, Measures and Causes of Value: Chiefly in Reference to the Writings of Mr. Ricardo and His Followers.) To 1825, όταν ο Μαρξ ήταν 7 ετών. Μέχρι το 1860, όταν έγραφε το Κεφάλαιο, κανένας σοβαρός οικονομολόγος δεν επέμενε στην γεμάτη αντιφάσεις και αδιέξοδα προβλήματα «Εργασιακή Θεωρία της Αξίας». Όμως ο Μαρξ τη χρειαζόταν και τη χρησιμοποίησε ως βάση όλου του σουρεαλιστικού κατασκευάσματός του. Γιατί; Διότι του έδινε την ευκαιρία να στηρίξει εκεί τη θεωρία – κλειδί του κομμουνισμού: την εκμετάλλευση της υπεραξίας και όλο το γαϊτανάκι αυθαιρεσιών που ξεκινάνε από αυτή. Και πώς αντέκρουσε την άποψη του Μπέιλυ; Την ονόμασε «χυδαία Πολιτική Οικονομία» και ξεμπέρδεψε.

Η μαρξιστική θεωρία της υπεραξίας, λοιπόν, λέει πως όταν κάποιος στήνει μια δουλειά, δηλαδή βάζει το κεφάλαιο, την ιδέα, οργανώνει την παραγωγή, βρίσκει πελάτες, φροντίζει ένα κάρο λεπτομέρειες και φυσικά παίρνει το ρίσκο να τα χάσει όλα, το όποιο κέρδος που του μένει, αν του μείνει, από την πώληση του προϊόντος, δεν είναι δικό του. Είναι του εργάτη στη γραμμή παραγωγής ο οποίος «ενσωματώνει» στο προϊόν μια αξία Χ, αλλά πληρώνεται λιγότερο. Το ποια είναι η «δίκαιη» αμοιβή του εργάτη, ο Μαρξ το κρατάει κρυφό. Ούτε καν προσπάθησε να προτείνει έναν τρόπο υπολογισμού. Το γιατί, είναι προφανές: όσο και να τον πλήρωνε ο επιχειρηματίας, θα έπρεπε να τον πληρώνει περισσότερο! Άρα τον κλέβει! Όταν θες, με το στανιό, να επινοήσεις επανάσταση, είναι «λογικό» να ξεκινάς από έναν τόσο τερατώδη παραλογισμό, διότι πρέπει, με το στανιό, να επινοήσεις αντιπάλους. Και τι αντίπαλοι θα ήταν αν ο ένας δεν έκλεβε τον άλλον; Επομένως: αξία + υπεραξία = τιμή. Την τιμή την ξέρουμε. Την αξία την ξέρουμε; Είναι η αμοιβή της γης, του κεφαλαιουχικού εξοπλισμού και της εργασίας, λέει ο Μάρξ. Μόνο; Μόνο! Δηλαδή, σε ένα εργοστάσιο που φτιάχνει γραβάτες, το αν είναι μοντέρνες ή ντεμοντέ έχει κάποια σημασία Κάρολε; Καμμία! Το αν ο διευθυντής πωλήσεων είναι γλυκομίλητος ή μουντρούχος; Καμμία! Και ποια είναι η δίκαιη αμοιβή των συντελεστών της αξίας; Δεν ξέρουμε, λέει ο Μαρξ! Τότε, πώς θα υπολογίσουμε την υπεραξία;

Ερωτήματα λογικά για έναν που έχει πέντε δράμια μυαλό. Αλλά, είπαμε, εδώ μιλάμε για μαρξισμό. Ουδεμία σχέση με λογική ή με μυαλό. Είσαι επιχειρηματίας; Κλέβεις τον εργαζόμενο, τέλος. Την υπεραξία την τσεπώνεις κι έχεις τον εργαζόμενο ως «μισθωτό σκλάβο». Ας είσαι στην πρώτη θέση των Best Workplaces κι ας σε έχουν ψηφίσει εκεί οι ίδιοι οι εργαζόμενοι. Ας είσαι η Google κι ας κάνουν ουρές στην πόρτα σου οι υποψήφιοι «μισθωτοί σκλάβοι». Ας έχεις ξεκινήσει με μηδέν κεφάλαιο, αλλά με μια ιδέα που άλλαξε τον κόσμο. Είσαι κλέφτης του ιδρώτα του εργαζόμενου, τι δεν καταλαβαίνεις;

Δείτε ένα σύγχρονο (τρόπος του λέγειν) παράδειγμα. Γράφει ο Μπογιόπουλος ένα βιβλίο, απευθυνόμενος, με έναν εύστοχο τίτλο, στους συντρόφους του. Το αναλαμβάνει ένας εκδοτικός οίκος και το προωθεί στα βιβλιοπωλεία, που το πουλάνε π.χ. 17 ευρώ. Από αυτά, ας πούμε ότι τα 12 πάνε σε κόστος στοιχειοθεσίας, εκτύπωσης, βιβλιοδεσίας, μεταφορικών, κέρδος εκδοτικού οίκου και κέρδος βιβλιοπωλείου, και τα υπόλοιπα 5 τα βάζει στην τσέπη ο συγγραφέας. Όχι, λέει Μαρξ. Αυτά τα 5 ευρώ δεν τα δικαιούται ο Μπογιόπουλος. Διότι σε συνεργασία με τον εκδότη τα έκλεψαν από τον προλετάριο εργαζόμενο, που παρήγαγε το βιβλίο. Ποιον εργαζόμενο; Του τυπογραφείου; Του βιβλιοδετείου; Ή του βιβλιοπωλείου; Δεν το διευκρινίζει. Τα έκλεψε και τα 5 ευρώ ή πρέπει κι αυτός ο έρμος να βγάλει το κάτιτίς του, για να μην αναγκάζεται να είναι στη δούλεψη του αφεντικού, κομμουνιστής πράμα; Ούτε αυτό το διευκρινίζει ο Μαρξ.

Μετά από λίγο καιρό ο εκδοτικός οίκος διαπιστώνει ότι κανένας δεν αγοράζει το βιβλίο και το βάζει σε προσφορά: 5 ευρώ φτηνότερα. Τώρα πώς διαμορφώνεται η αξία της ενσωματωμένης εργασίας και πώς η υπεραξία; Και μια που οπωσδήποτε κάποιος πρέπει να εκμεταλλεύεται κάποιον, ποιος είναι ο ένας και ποιος ο άλλος; Εκμεταλλεύτηκε ο Μπογιόπουλος τον εργάτη ή ο εργάτης τον Μπογιόπουλο, αφού πληρώθηκε το μεροκάματο στο τυπογραφείο, χωρίς ακόμα να ξέρουμε αν το βιβλίο θα πουληθεί; Βέβαια τα λεφτά εδώ τα βάζει ο εκδότης, αυτός είναι ο καπιταλιστής. Αλλά ήταν ο Μπογιόπουλος που πήγε και τον βρήκε. Κανένας δεν τον υποχρέωσε να πάει. Θα μπορούσε να το τυπώσει μόνος του ή να το διακινήσει με χειρόγραφα! Εκδότης όμως χωρίς συγγραφέα τι θα εξέδιδε; Αλλά και συγγραφέας χωρίς εκδότη τι θα πούλαγε; Κι όταν, εκτός από τα 5-10 αντίτυπα που αγόρασε το κόμμα για να μελετούν στην ΚΝΕ οι Τσίπρες του μέλλοντος, τα υπόλοιπα πάνε για πολτοποίηση, ποιος πληρώνει τη χασούρα; Ο πραγματικός ιδιοκτήτης, που σύμφωνα με τον Μαρξ είναι ο εργάτης στο τυπογραφείο ή ο ανάλγητος κεφαλαιοκράτης  που σύμφωνα με τον Μπογιόπουλο είναι... ο εκδότης;

Θα αναρωτιέστε τι σχέση έχει ο Μήτρογλου με όλα αυτά. Έχει, διότι τον χρησιμοποίησα ως παράδειγμα αντίστοιχο του Μπογιόπουλου, (άλλωστε και οι δύο είναι της ίδιας κλάσης παίκτες, ο καθένας στο γήπεδό του) σε μια παλαιότερη ανάρτησή μου στα social media, όταν ο Μήτρογλου πήγε από τον Ολυμπιακό στη Φούλαμ. Τυπικός προλετάριος είναι ο Μήτρογλου, αφού δεν κατέχει καπιταλιστικό κεφάλαιο για τη δουλειά του και το μόνο που «πουλάει» είναι, αντί τα χέρια του, τα πόδια του. Δεν μας χαλάει τη θεωρία η αντιστροφή των άκρων, σύντροφοι, έτσι δεν είναι;

Γιατί την έκανα αυτή την ανάρτηση; Για τον ίδιο λόγο που γράφω αυτή τη σειρά κειμένων «μαρξιστικής ανάλυσης». Αν αντιμετωπίζαμε τη μαρξιστική θεωρία ως έκθεμα του μουσείου πρωτόγονων αντιλήψεων, δίπλα στην άποψη ότι η γη είναι το κέντρο του σύμπαντος, δεν θα χαλάλιζα ούτε μια αράδα. Αλλά είμαστε, μαζί με την Βόρεια Κορέα και τη Βενεζουέλα (μέχρι κι ο Κάστρο κατάλαβε το λάθος του), ένα από τα τρία κράτη στον πλανήτη που τη θεωρούμε «εργαλείο» κατανόησης και φυσικά επίλυσης των προβλημάτων του 21ου αιώνα. Πρέπει επιτέλους να καταλάβουμε ότι ο μαρξισμός δεν είναι μια καλή ιδέα που εφαρμόστηκε με λάθος τρόπο. Είναι μια ηλίθια ιδέα, γεμάτη εσωτερικές αντιφάσεις, αοριστίες, αυθαιρεσίες, ιδεοληψίες, βαρβαρότητα, απανθρωπιά, φασισμό, χωρίς ίχνος επιστημονικής μεθοδολογίας.

Και το χειρότερο: διδάσκει το μίσος. Δεν βλέπει την παραγωγική διαδικασία ως συνεργασία (και με συγκρουσιακά στοιχεία, που υπάρχουν σε κάθε συνεργασία) όπου ο καθένας επωμίζεται ένα ποσοστό της ευθύνης και του ρίσκου κι ανάλογα μοιράζεται το κέρδος ή τη χασούρα. Ο Μαρξ ήθελε, ντε και καλά, να καταλήξει στην επανάσταση και στη φυσική εξόντωση των φανταστικών εχθρών του. Γιατί; Για θεωρητικό άλλοθι στο ότι ουδέποτε εργάστηκε; Για να εκδικηθεί τον πεθερό του, βαρώνο φον Βεστφάλεν, που τον «έφτυσε» αφού δεν πήγε ούτε στο γάμο του; Για να πετύχει σε κάτι, αφού τις δύο, όλες κι όλες, φορές πού αποπειράθηκε να δουλέψει στη ζωή του, ως αρχισυντάκτης σε εφημερίδες, τις οδήγησε στο κλείσιμο λίγους μήνες μετά; Για να βρει μεταθανάτια αναγνώριση καθώς σε όλη τη ζωή του ήταν ένας παρακμιακός ζήτουλας; Ας το ψάξουν οι ειδικοί. Γεγονός είναι πως ολόκληρη η μαρξιστική θεωρία κατασκευάστηκε για να κουμπώσει σε προϋπάρχον συμπέρασμα. Κι επειδή ούτε ο ίδιος ο Μαρξ δεν κατάφερε να γεφυρώσει τα χαώδη κενά της, το ανέλαβε ο κολλητός του ο Ένγκελς, ένας άλλος άεργος σουλατσαδόρος, με παιδική, κωμική «σκέψη», που έτρωγε τα λεφτά του καπιταλιστή μπαμπά, μαχόμενος τον καπιταλισμό. Αν η ιστορία του κόσμου μπορούσε να διαβαστεί ψυχαναλυτικά, μέσα από τα συμπλέγματα, τις εμμονές και τις ψυχώσεις των πρωταγωνιστών της, θα ήμασταν σοφότεροι.

Να τι έλεγα λοιπόν για τον Μήτρογλου:

«15 εκατομμύρια δίνει η Φούλαμ για τον Μήτρογλου. Ερώτηση προς μαρξιστές: ο Μήτρογλου είναι ένας εργαζόμενος έστω και υψηλά αμοιβόμενος. Η Φούλαμ είναι η εργοδοσία, δηλαδή το κεφάλαιο. Πώς εκμεταλλεύεται την υπεραξία του Μήτρογλου; Ποια είναι ακριβώς η αξία του; Όσο διάστημα έμεινε στον Ολυμπιακό, ήταν ο Ολυμπιακός που εκμεταλλεύτηκε την υπεραξία του ή ο Μήτρογλου που εκμεταλλεύτηκε την υπεραξία του Ολυμπιακού που του έδωσε τη δυνατότητα μετά από δύο χρόνια αναπληρωματικός να παίξει στη βασική ενδεκάδα, να βγει στην Ευρώπη, και να τον προσέξουν οι Άγγλοι;»

Η ανάρτηση προκάλεσε… ταξικό πόλεμο στα social media. Ήταν η εποχή που η Κουμουνδούρου πλήρωνε αδρά. Και μαύρα. Δεκάδες γιαλαντζί opinion leaders εξέδιδαν επί χρήμασι διαδικτυακά... πορτάλια (αλήθεια, δεν έχει βρεθεί ούτε ένας εισαγγελέας να διατάξει έρευνα για τις παράνομες πράξεις που αποκαλύπτει, ο συμπαθής κατά τα άλλα, Δαβαράκης;) και εκατοντάδες τρολ και κουτοί της Πανδώρας είχαν τον Τζήμερο ως προσφιλή στόχο με τα μόνιμα όπλα των φανατικών και των απατεώνων: απειλές, βρίσιμο, διαστρέβλωση και χοντροκομμένη, ανορθόγραφη πάντα, ειρωνεία. Στα συγκεκριμένα ρωτήματα κανένας δεν
απάντησε.

Την επόμενη μέρα επανήλθα με ένα άλλο παράδειγμα: του Γιώργου Κολιόπουλου ο οποίος συσκεύασε και πούλησε στις ΗΠΑ ελληνικό λάδι προς 150 ευρώ το λίτρο. (Από αυτό που δίναμε χύμα στους Ιταλούς για 2 ευρώ.)

Έγραφα:

«Λάδι, 150 ευρώ το λίτρο. Βρίσκεις extra παρθένο ελαιόλαδο στην αγορά με 4 ευρώ. Ας πούμε ότι το συγκεκριμένο είναι η πιο καλή ποιότητα της Ελλάδας και θα το αγόραζες ακριβότερα π.χ. 10 ευρώ το λίτρο. Σ΄ αυτά τα 10 ευρώ είναι ενσωματωμένη η αμοιβή των συντελεστών παραγωγής (και η μαρξιστική υπεραξία). Από τα 10 ευρώ μέχρι τα 150 η απόσταση είναι πολύ μεγάλη. Ποιο στοιχείο την πήγε εκεί; Η ευρηματικότητα, η έμπνευση, το επιχειρηματικό ρίσκο, το design, η γνώση των αγορών, η διαφήμιση, η καινοτομία ενός ανθρώπου που είχε αυτή την ιδέα και την υλοποίησε. Πουλάει αέρα, θα πει ένας ακραιφνής μαρξιστής. Και λοιπόν; Από τη στιγμή που υπάρχει αγοραστής που, ακόμα κι από ματαιοδοξία, αλλά οικειοθελώς δίνει τα 150 ευρώ, η τιμή του προϊόντος είναι αυτή: 150 ευρώ. Άλλωστε και όταν γράφεις ένα βιβλίο (όπως το Κεφάλαιο), αέρα πουλάς, δηλαδή άυλη αξία, η οποία έχει την τιμή που κάποιος είναι διατεθειμένος να πληρώσει γι' αυτή. Τι καταλαβαίνουμε από το παράδειγμα, αγαπητά μαρξιστόπουλα; Ότι από την "εξίσωση" με την οποία ο Μαρξ προσδιόρισε κατ' αρχήν την αξία ενός προϊόντος για να καταλήξει στην υπεραξία, λείπουν πάρα πολλοί, μα πάρα πολλοί συντελεστές».

Ως συνήθως, το κατά συρροήν βρισίδι συνεχίστηκε για μέρες. Από μια άποψη, τους κατανοώ. Όταν “εργάζεσαι” πυρετωδώς στις καφετέριες για την προετοιμασία της παγκόσμιας επανάστασης δεν έχεις χρόνο να αντικρούσεις κάτι αντιδραστικούς του καπιταλισμού, σαν κι εμένα. Οραματίζεσαι μια ανώτερη κοινωνία. Κι ένα ανώτερο και δίκαιο ποδόσφαιρο στο οποίο, σύμφωνα με τις εμπνεύσεις του Μαρξ, κάθε παίχτης, είτε είναι ο Μήτρογλου, είτε ο Ρονάλντο είτε ο τελευταίος αναπληρωματικός στον πάγκο τού Κεραυνού Άνω Ραχούλας θα παίρνει τα ίδια. Και όχι σε χρήμα, που είναι καπιταλιστικό εργαλείο υποδούλωσης των μαζών, αλλά σε είδος: ένα δωμάτιο 2Χ3 σε σοσιαλιστικό κοινόβιο με κοινή τουαλέτα για 7 οικογένειες, λάδι με το δελτίο, και ίσως ένα αυτοκινητάκι Trabant μετά από 10 χρόνια στη λίστα αναμονής. Δεν έχει όμως σημασία, αρκεί που κανένας δεν θα καρπώνεται την υπεραξία του και την υπεραξία του Μήτρογλου!

Βέβαια, με τέτοια κίνητρα, όχι Τσάμπιονς Λιγκ δεν κερδίζεις αλλά δεν παίζεις ούτε στο τοπικό ερασιτεχνικό. Οι Σοβιετικοί το έμαθαν, μολονότι τους πήρε εβδομήντα χρόνια. Εμείς, μέχρι να φτάσουμε στο κοινόβιο και στο δελτίο τροφίμων (γιατί και η παραγωγή Trabant σε μια χώρα που δεν φτιάχνει ούτε ποδήλατα, είναι σενάριο επιστημονικής φαντασίας) έχουμε δρόμο ακόμα. Κι όχι εβδομήντα χρόνια δεν περάσαμε με τους μαρξιστές στην εξουσία, αλλά ούτε δύο. Όμως βλέπουμε το ματς σε fast forward. Tόση συμπυκνωμένη καταστροφή, τέτοιος παγκόσμιος εξευτελισμός, τέτοιος κυνισμός της εξουσίας, τόση απαξίωση της ηθικής σε τόσο λίγο χρόνο, ούτε δέκα κομμούνες του Παρισιού δεν θα κατάφερναν. Κι αν ισχύει η άποψη ότι το καλύτερο μάθημα είναι το βιωματικό, η ιστορία μάς κάνει ταχύρυθμο φροντιστήριο στην κομμουνιστική παράνοια. Το λες και εύνοια της τύχης. Γκολ στις καθυστερήσεις, που θα έλεγαν και οι περί τα τηλεοπτικά θεάματα “ειδήμοι” του πρωθυπουργικού περιβάλλοντος. Μόνο που φοβάμαι ότι δεν θα τον γλυτώσουμε τον αποκλεισμό.





Δημοσιεύτηκε στό liberal.gr στις 22 Νοεμβρίου 2016

Τετάρτη 9 Αυγούστου 2017

ΤΙ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΤΟ ΚΡΑΤΟΣ

Το Κράτος σχεδόν παγκοσμίως θεωρείται ένας θεσμός που υπηρετεί την κοινωνία. Πολλοί θεωρητικοί τιμούν το Κράτος ως την αποθέωση της κοινωνίας· άλλοι το βλέπουν ως έναν ευγενή, πλην συχνά αναποτελεσματικό, οργανισμό για την επίτευξη κοινωνικών σκοπών· αλλά όλοι το θεωρούν ένα απαραίτητο μέσο για την επίτευξη στόχων την ανθρωπότητας, ένα όχημα που θα αντιπαραταχθεί στον «ιδιωτικό τομέα» και συχνά θα κερδίσει τον ανταγωνισμό για τους πόρους. Με την ανάδυση της δημοκρατίας, η ταύτιση του Κράτους με την κοινωνία έχει ενταθεί σε τέτοιο βαθμό, ώστε είναι συχνό φαινόμενο να ακούς να εκφράζονται απόψεις που παραβιάζουν σχεδόν όλες τις αρχές του ορθολογισμού και της κοινής λογικής, όπως «εμείς είμαστε η κυβέρνηση». Ο συλλογικός όρος «εμείς» έχει καταστήσει εφικτό, να απλωθεί ένα ιδεολογικό καμουφλάζ πάνω από την πραγματικότητα της πολιτικής ζωής. Αν «εμείς είμαστε η κυβέρνηση», τότε οτιδήποτε κάνει η κυβέρνηση σε ένα άτομο δεν είναι μόνο δίκαιο και μη τυραννικό αλλά επίσης «εθελοντικό» εκ μέρους του συγκεκριμένου ατόμου. Αν η κυβέρνηση δημιουργήσει ένα τεράστιο δημόσιο χρέος το οποίο πρέπει να πληρωθεί φορολογώντας μια ομάδα προς όφελος μιας άλλης, αυτή η πραγματικότητα του βάρους συσκοτίζεται λέγοντας ότι «εμείς οι ίδιοι το χρωστάμε στον εαυτό μας»· αν η κυβέρνηση στρατολογήσει έναν άνθρωπο, ή τον πετάξει στη φυλακή για τα φρονήματά του, τότε το «κάνει ο ίδιος στον εαυτό του» κι έτσι, τίποτα δυσάρεστο δε συνέβη. Με αυτή τη συλλογιστική, κάθε Αρμένιος που δολοφονήθηκε από τη Κεμαλική κυβέρνηση δεν δολοφονήθηκε· αντίθετα, πρέπει να διέπραξαν αυτοκτονία, από τη στιγμή που αυτοί ήταν η κυβέρνηση (η οποία επιλέχθηκε δημοκρατικά), και, ως εκ τούτου, οτιδήποτε τους έκανε η κυβέρνηση ήταν εθελοντικό από μέρους τους. Κάποιος δε θα το θεωρούσε απαραίτητο να επιμείνει σε αυτό το ζήτημα, όμως η συντριπτική πλειοψηφία του κόσμου πιστεύει αυτό το λογικό σφάλμα, σε μικρότερο ή μεγαλύτερο βαθμό.
Πρέπει, κατά συνέπεια, να τονίσουμε ότι «εμείς» δεν είμαστε η κυβέρνηση· η κυβέρνηση δεν είναι «εμείς». Η κυβέρνηση με καμία ακριβή έννοια δεν «εκπροσωπεί» την πλειοψηφία του κόσμου. Αλλά, ακόμη κι αν το έκανε, ακόμη κι αν το 70 τοις εκατό των ανθρώπων αποφασίσει να δολοφονήσει το 30 τοις εκατό, αυτό θα εξακολουθούσε να είναι φόνος και δεν θα ήταν εθελοντική αυτοκτονία της σφαγιασθείσας μειοψηφίας. Σε καμία οργανιστική μεταφορά, σε καμία αυταπάτη που λέει ότι «είμαστε όλοι ένα μέρος του κάθε άλλου», δεν πρέπει να επιτραπεί να συσκοτίσει αυτό το βασικό γεγονός.


Αν, τότε, το Κράτος δεν είμαστε «εμείς», αν δεν είναι «η ανθρώπινη οικογένεια» που συνέρχεται να αποφασίσει για αμοιβαία προβλήματα, αν δεν είναι μια συγκέντρωση ενός συλλόγου, τι είναι; Εν συντομία, το Κράτος είναι αυτή η οργάνωση μέσα στην κοινωνία η οποία αποπειράται να διατηρήσει το μονοπώλιο της χρήσης βίας σε ένα δεδομένο γεωγραφικό χώρο· συγκεκριμένα, είναι η μόνη οργάνωση της κοινωνίας που αποκτάει τα κέρδη της όχι μέσω εθελοντικής συνεισφοράς ή πληρωμής για παρεχόμενες υπηρεσίες αλλά μέσω εξαναγκασμού. Ενώ άλλα άτομα και οργανισμοί αποκτούν το εισόδημά τους μέσω της παραγωγής αγαθών και υπηρεσιών και μέσω της ειρηνικής και εθελοντικής πώλησης αυτών των αγαθών και υπηρεσιών σε άλλους, το Κράτος αποκτά τα έσοδά του με τη χρήση καταναγκασμού· δηλαδή με την απειλή της φυλακής και της ξιφολόγχης. Έχοντας χρησιμοποιήσει βία για να αποκτήσει τα έσοδά του, το Κράτος εν γένει προχωράει ώστε να ρυθμίσει και να υπαγορεύσει τις υπόλοιπες ενέργειες των ιδιωτών υπηκόων του. Κάποιος θα σκεφτόταν ότι η απλή παρατήρηση όλων των Κρατών μέσα στην ιστορία και σε όλη την υφήλιο θα αποτελούσε επαρκή απόδειξη γι’ αυτόν τον ισχυρισμό· όμως το μίασμα του μύθου έχει επικαθίσει για τόσο καιρό πάνω στην κρατική δραστηριότητα που η εμβάθυνση είναι αναγκαία.



Murray N. Rothbard